Κυριακή 15 Αυγούστου 2021

13ο σονέτο για την πολιτική διαχείριση της ερωτικής απελπισίας

στην πρώτη διεθνή 

διαγράφεστε

όσοι μου λέτε να τα παρατήσω


δεν είστε πια σύντροφοι


στη δεύτερη διεθνή 

διαγράφεστε

όσοι μου λέτε να ξεχάσω


δεν είστε πια φίλοι


κι εσείς οι λίγοι που απομείνατε στην τρίτη

σταματήστε να μου λέτε 

ότι τα φτιάχνω όλα με το μυαλό μου


σας είδαμε κι εσάς που ερωτεύεστε με το πάγκρεας


Αιμόφιλος Τ. Ινφλουέντζας

Σάββατο 1 Μαΐου 2021

Υγροί μετεωρίτες | Γ.Δ.Σέρμυντ


Οι υγροί μετεωρίτες τυπώθηκαν στην Αθήνα τον Απρίλιο 2021. Διακινούνται χωρίς αντίτιμο, με ελεύθερη κάθε είδους συνεισφορά, γιατί αρνούνται να γίνουν εμπόρευμα, πρεσβεύοντας την οριστική κατάργηση των διαμεσολαβήσεων και αποκλεισμών που παράγουν οι εμπορευματικές σχέσεις.
Για επικοινωνία / αποστολή του βιβλίου: inbox ή mail στο g.d.sermint@gmail.com
Ραντεβού –πού αλλού;– στους κρατήρες που αφήνουν τα πείσματά μας πάνω στην καθημερινή έρημο του ανέφικτου. 

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2021

Μη βασανίζετε τα ποιήματα δε πρόκειται να ομολογήσουν

Τους ζητώ να πάρουν ένα ποίημα
και να το κρατήσουνε ψηλά στο φως
σαν φιλμ χρωματιστό

ή ν’ ακουμπήσουνε το αυτί τους στο μελίσσι του.
Λέω, ρίξτε ένα ποντίκι μες στο ποίημα
και δείτε το ν’ αναζητά την έξοδο,

ή περπατήστε στο δωμάτιο του ποιήματος
ψαύοντας τους τοίχους για το φως.

Θέλω -τους λέω- να κάνετε θαλάσσιο σκι
στην επιφάνεια ενός ποιήματος
γνέφοντας στ’ όνομα του συγγραφέα στην ακτή.

Μα το μόνο που θέλουν να κάνουν
είναι να δέσουνε το ποίημα με σχοινί σε μια καρέκλα
και να το βασανίσουν μέχρις ότου ομολογήσει.

Ξεκινούν να το χτυπούν μ’ έναν σωλήνα
ώστε να μάθουν τι πραγματικά σημαίνει.

Billy Collins

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2021

Με τα μάτια

Πριν συμβούν όλα αυτά

το τοπίο ντυνόταν στο δέρμα σου.
Μπαίναν τα μάτια μου από παντού,
σαν σαρκοβόρα των θερμοκηπίων.
Με τον καιρό με θέλησες τυφλό.

Τώρα σκάβω με νύχια στα βαθιά,
σαν τυμβωρύχος έρπω μες στις λέξεις.

Θάφτηκαν τα κτερίσματα στις επιχωματώσεις.


Σταύρος Ζαφειρίου

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2020

η τέχνη γεννιέται...


Πριν ορίσουμε τι είναι τέχνη,
πρέπει να απαντήσουμε
σε μια ευρύτερη ερώτηση:
Ποιο νόημα έχει
η ζωή του ανθρώπου στη γη;

Ίσως να βρεθήκαμε εδώ για
να ανυψωθούμε πνευματικά.
Αν η ζωή μας τείνει σ' ένα
πνευματικό πλούτο,
ίσως η τέχνη
να είναι ένας από τους
τρόπους προσέγγισης
αυτού του σκοπού.

Η τέχνη πρέπει 
να βοηθάει τον άνθρωπο
στην πνευματική του εξύψωση.

Μερικοί λένε ότι η τέχνη
βοηθάει τον άνθρωπο
να κατανοήσει τον κόσμο.

Ότι είναι γνώση, όπως και κάθε
διανοητική δραστηριότητα.
Δεν πείθομαι
με την εκδοχή της γνώσης.

Με αυτή την έννοια
είμαι σχεδόν αγνωστικιστής.

Η γνώση μας απομακρύνει
όλο και περισσότερο από τον
βασικό σκοπό της ζωής μας.
Όσο πιο πολλά μαθαίνουμε,
τόσα λιγότερα ξέρουμε,
αφού όσο εμβαθύνουμε,
ο ορίζοντας στενεύει.

Η τέχνη εξυψώνει τον άνθρωπο
για να ξεπεράσει τον εαυτό του
και να φτάσει σε αυτό
που θα ονομάζαμε
ελεύθερη βούληση.

Ο καλλιτέχνης υπάρχει,
επειδή ο κόσμος δεν είναι τέλειος.

Κανείς δε θα είχε
την ανάγκη της τέχνης,
αν στον κόσμο βασίλευαν
η ομορφιά και η αρμονία.

Ο άνθρωπος,
δε θα έψαχνε την αρμονία
σε άλλες δραστηριότητες.
Θα ζούσε μέσα της.

Η τέχνη γεννιέται
από τις κακοτεχνίες
του κόσμου.

Αντρέι Ταρκόφσκι

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2020

Τι θα 'κανα;

Τι θα ‘κανα δίχως αυτό τον κόσμο δίχως πρόσωπο και δίχως απορίες

Όπου το Είναι διαρκεί μόνο για μια στιγμή κι όπου η κάθε μια στιγμή
Χύνει στη λήθη στο κενό το γεγονός ότι υπήρξα
Δίχως αυτό το κύμα όπου στο τέλος
Σώμα και σκιά μαζί καταποντίζονται
Τι θά’κανα δίχως εκείνη τη σιωπή που ψιθυρίζοντας βγαίνει από τα έγκατα
Ασθμαίνοντας και οργισμένη ζητά αγάπη και βοήθεια
Δίχως τον ουρανό εκείνο που υψώνεται
Πάνω από τη σκόνη των ίδιων του των ναυαγίων
τι θά’κανα θα έκανα ό,τι και χθες ό,τι και σήμερα
κοιτώντας από τον φεγγίτη μου μήπως δεν είμαι μόνος
να περιπλανιέμαι νʼ αποστρέφομαι ετούτη τη ζωή
μέσα σε ένα σύμπαν που σπαράζει
μέσα σε όλες τις φωνές δίχως φωνή δική μου
φωνές που εγκλωβίστηκαν μαζί μου


Ποιήματα συνοδευόμενα από σαχλοκουβέντες, μτφ. Ιωάννα Αβραμίδου
Samuel Beckett

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020

Bossa Nova

Οδός Ακαδημίας
Οδός Αντινομίας
Οδός Αστυνομίας
Οδός Ασυδοσίας
Οδός Άγουσα εις τον Άδην
Οδός κατάλληλος δια βάδην
Οδός Αγίων Ασωμάτων
Πλήρης χωμάτων και πτωμάτων.

Τάσος Δενέγρης, 1966

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Για το ποιηματάκι


Αχ θεούλη μου, τι ωραία που θα 'ταν να ΄γραφα ένα ποιηματάκι
Μπα! Να ένα που περνάει τώρα δα απο μπροστά μου

Ψιτ ψιτ ψιτ
Έλα εδώ χρυσό μου να σε εμπλέξω
Στο ίδιο περιδέραιο με τ΄αλλα μου ποιήματα
Έλα εδώ να σε εμπήξω
Στο οικοδόμημα των Απάντων μου
Έλα εδώ να σε εμπαταδώσω
Και να σε ενομοιοκαταλήξω
Και να σε ερρυθμολογήσω
Και να σε ελλυρικοποιήσω
Και να σε εμπηγασεύσω
Και να σε ενστιχώσω
Και να σε εμπεζολογήσω

Να πάρει η ευχή
Την κοπάνησε


Ρεϋμόν Κενώ

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2020

Η μικρή ιστορία


Το καφενείο
που πίνω τον καφέ μου
είναι άδειο

μόνο εγώ υπάρχω

έτσι το καφενείο
είναι τελείως άδειο

γιατί ούτε εγώ υπάρχω


Μίλτος Σαχτούρης

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2020

Ο παλιατζής


περνάει ο παλιατζής κι από το μεγάφωνο ακούω:
κατεβάζω από ταράτσες
καθαρίζω από αποθήκες
ό,τι έχετε για πέταμα
παλιές καρέκλες
παλιά γραφεία
παλιές σόμπες
παλιές κουζίνες
παλιά πλυντήρια
παλιά σώματα

αυτό το παλιά σώματα με σκιάζει περισσότερο απ’ όλα

Γιώργος Δομιανός

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2020

Κρίση Στέγης


Όπως τα σπίτια καταλαμβάνονται
από άστεγους με επείγουσες ανάγκες
ανέργους, πρόσφυγες, μετανάστες,
έτσι και τ’ άστεγα βιώματα των άλλων
που θέλουν κάπου να κατοικήσουν
καταλαμβάνουν τη ζωή μας, εισδύουν
στους πιο ενδόμυχούς μας χώρους
μπαίνουν σε υπνοδωμάτια και μπάνια
στριμώχνονται σε καθιστικά και σε κουζίνες
εκτοπίζουν τις δικές μας μνήμες κι εμπειρίες.

Μάταια προσπαθούμε να τους κάνουμε έξωση
εξοντωμένοι από τη συγκατοίκηση μετακομίζουμε
τους αφήνουμε το σπίτι χωρίς καμμιά συντήρηση
ώσπου να καταρρεύσει ολόκληρο.

Άστεγα πάλι τα βιώματα των άλλων ψάχνουν
κάπου να κουρνιάσουν, να μη χαθούν στη λησμονιά
βρίσκουν στο τέλος καταφύγιο στα ερείπια
μιας έρημης, εγκαταλειμμένης πόλης
ελπίζοντας πως κάποιοι εργολάβοι εμπειριών
κάποιοι αρχαιολόγοι των αισθήσεων
μπορεί στο μέλλον να τ’ ανακαλύψουν
να τα στεγάσουν μόνιμα σ’ ένα τους βιβλίο.

Τίτος Πατρίκιος

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2020

Αντανακλάσεις

είχε απλώσει τα χέρια
στις εκβολές των θλιμμένων απολογισμών
και μάζευε μυστικά
αναστολές κι άλλα σκουριασμένα σκεύη

κάποτε ανέβαινε σε μια καρέκλα
και κοίταζε τις χαμένες φιλίες
τις σκόρπιες στιγμές
τις διπλωμένες ενστάσεις
ν’ ακολουθούν τις βαθιές πατημασιές
της ήττας

μόλις είχε κατέβει από μια αναπόληση
όταν βούτηξε από το παράθυρο το φθινόπωρο
και σφηνώθηκε στους αστράγαλους της νοσταλγίας
τα πρωινά κρατούσε στα χέρια

τα ζεστά του παπούτσια
απόδειξη ότι είχε διαγώνια περάσει
όλα τα δάση της θλίψης
κι όλους τους δρόμους της νοσταλγίας
όταν έπεφτε το φως

ανέβαινε τα σκαλιά της νύχτας
ξεκρέμαγε ένα αστέρι
και το βούλιαζε στην πληγή
μιας χαμένης φιλίας


Ελισσαίος Βγενόπουλος

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2020

Άτιτλο

Ανέμελα κολυμπούσαμε μέσα στα δάκρυα των ανθρώπων
Μέρες πολλές και μήνες κολυμπούσαμε
Στον ουρανό βλέπαμε πρόσωπα παράξενα και γελούσαμε
Θυμάσαι;
Αγκαλιασμένοι γελούσαμε
Μέσα στα δάκρυα

Από τότε
Κολυμπάω αφηρημένος με μια ανησυχία στα μάτια
Σαν ψάρι που το ξαναρίξαν στη θάλασσα
Και βλέπω τώρα άλλους ανθρώπους ανέμελα να κολυμπούν
Μέσα στα δικά μου δάκρυα

Roro

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020

Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης

Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης, απ΄ όπου και αν προέρχεται....

Είμαι εναντίον των βραβείων γιατί μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Βραβεύω σημαίνει αναγνωρίζω την αξία κάποιου κατώτερου μου - και κάποτε πρέπει να απαλλαγούμε από την συγκατάβαση των μεγάλων. Παίρνω βραβείο σημαίνει παραδέχομαι πνευματικά αφεντικά - και κάποτε πρέπει να διώξουμε τα αφεντικά από την ζωή μας...


Είμαι εναντίον των χρηματικών επιχορηγήσεων, σιχαίνομαι τους φτωχοπρόδρομους που απλώνουν το χέρι τους για παραδάκι. Οι χορηγίες μεγαλώνουν την μανία μας για διακρίσεις και την δίψα μας για λεφτά΄ ξεπουλάνε την ατομική ανεξαρτησία μας.

Είμαι εναντίον των σχέσεων με το κράτος και βρίσκομαι σε διαρκή αντιδικία μαζί του. Πότε μου δεν πάτησα σε υπουργείο, και το καυχιέμαι. Η μόνη μου εξάρτηση απο το κράτος είναι η εφορεία, που με γδέρνει.

Είμαι εναντίον των εφημερίδων. Χαντακώνουν αξίες, ανεβάζουν μηδαμινότητες, προβάλλουν ημετέρους, αποσιωπούν τους απροσκύνητους΄ όλα τα μαγειρεύουν, όπως αυτές θέλουν. Δεξιές, αριστερές, κεντρώες - όλες το ίδιο σκατό....

Είμαι εναντίον κάθε ιδεολογίας, σε οποιαδήποτε απόχρωση και αν μας την πασέρνουν. Όσο πιο γοητευτικές και προοδευτικές είναι οι ιδέες, τόσο πιο τιποτένια ανθρωπάκια μπορεί να κρύβονται από πίσω τους. Όσο πιο όμορφα τα λόγια τους, τόσο πιο ύποπτα τα έργα τους. Όσο πιο υψηλοί οι στόχοι, τόσο πιο άνοστοι οι στίχοι.

Είμαι, προπάντων, εναντίον κάθε ατομικής φιλοδοξίας, που καθημερινά μας οδηγεί σε μικρούς και μεγάλους συμβιβασμούς. Αν σήμερα κυριαρχούν παραγοντίσκοι και τσανάκια, δεν φταίει μόνο το κωλοχανείο΄ φταίνε και οι δικές μας παραχωρήσεις και αδυναμίες. Αν πιάστηκε η μέση του οδοκαθαριστή, φταίμε και εμείς που πετούμε το τσιγάρο μας στο δρόμο. Κι αν η λογοτεχνία μας κατάντησε σκάρτη, μήπως δεν φταίει και η δική μας σκαρταδούρα.

Ντίνος Χριστιανόπουλος
κείμενο του 1977
στο περιοδικό ΔΙΑΓΩΝΙΟΣ,

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2020

Δεν θέλησα ποτέ να γίνω καλλιτέχνης

Είναι αυτές οι ώρες που δεν υπάρχει καθόλου έμπνευση.
Κανένας οίστρος.
Αυτές τις ώρες,
καθόλου δεν πιέζω τον εαυτό μου να γράψει.
Ούτε τον πιέζω να πιεί νερό.
Αφήνομαι απλά στον στροβιλισμό της ύπαρξής μου
κι ίσως το μόνο που κάνω είναι ν’ ανασάνω.
Άλλωστε,
κανείς δεν είναι εξαναγκασμένος να δημιουργήσει-
ούτε πρέπει να γράφεις.
Αν γράφουμε,
γράφουμε γιατί αρχίζει η φωτιά και καίει τα πόδια μας
κι όσο ανεβαίνει προς τα πάνω,
ανάλογα τη φορά,
προλαβαίνουμε να την κάνουμε να μην φτάσει το κεφάλι μας.
Κι όταν δεν την προλαβαίνουμε,
γράφουμε μετέπειτα τις εμπειρίες μας.
Τα πράματα θα ‘ταν πολύ πιο απλά αν δεν θέλαμε να γίνουμε καλλιτέχνες.

Δεν θέλησα ποτέ να γίνω καλλιτέχνης

Βασίλης Μάγγος

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2020

Θα έκλεινε πολλά στόματα

Πολύ πολύ σωστό
που μερικοί
λένε " Μην κράζετε τον Αλέφαντο,
τώρα που πέθανε
και δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του"

Είμαι σίγουρος ότι αν ζούσε
θα μας αποστόμωνε όλους
με την πολύπλευρη και αναλυτική υπεράσπιση
της ομοφοβίας,
του ρατσισμού και
του μείγματος τραμπουκοστυλ και δουλοπρέπειας που τον διέκρινε.

Όταν έλεγε "πήγα στο Βέλγιο και είδα δύο νταμάρια με τατουάζ να φιλιώνται στο στόμα, κι έφτυνα κάτω"
μπορεί να μην εννοούσε ότι τους βρήκε αηδιαστικούς.
Όταν έλεγε "κρέμασμα οι πούστηδες στο Σύνταγμα"
μπορεί και να μην εννοούσε αυτό ακριβώς δηλαδή.
Όταν έλεγε "Καρατζαφέρης σοβαρός, τρομερός,
χαλάει τον κόσμο, μόνο αυτόν θα ψηφίσω"
μπορεί να ήθελε να πει κάτι άλλο,
κι όχι να κανάκευε το φασίστα
που του έδινε μεροκάματο να βγαίνει στην τηλεόραση,
όπως έκανε και με τον Κόκκαλη 40 χρόνια,
επειδή τον προσέλαβε 2 φορές.

Πραγματικά,
κρίμα που πέθανε
και δε θα μπορέσουμε ποτέ
να πάρουμε μια σίγουρη απάντηση
για τέτοιες απορίες.

Θα έκλεινε πολλά στόματα,
είμαι σίγουρος.

Κώστας Moody

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2020

Αχάριστο νόμισμα


Ανακάλυψα μια τρύπα στην τσέπη

από κει θα πήδηξες αχάριστο νόμισμα

δε σου ’φταναν θαρρείς η ζεστή μου φόδρα

τα χάδια απ’ τα δάχτυλά μου

άντε τώρα να σε προλάβω έτσι που τρεχεις

στάσου

πας ίσια στον υπόνομο

στρίψε αριστερά σου λέω

αχάριστο νόμισμα

ονειρευόσουν χρηματοκιβώτια βαριά

χαρτογιακάδες χαρτοφύλακες

τα πιο φτηνά σου όνειρα δεν τα κάνες ακόμα

ήθελες λέει να γίνεις τσεκ

ή κάρτα ανάληψης

έστω δωροεπιταγή

αχάριστο νόμισμα

σε κάποια χαραμαδα σφηνωμένο θα σε βρω

διάλεξε την ποινή σου

θες να σε ρίξω στ’ αλογάκια

ή στα μηχανάκια του καφέ;






Κ. Μπραβακης

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

Στη μαμά



IV

και ρώτησε ο αδελφός μου τον πατέρα μου

για τους άρχοντες

και ρώτησε ο πατέρας μου τον αδελφό μου

αν είναι τα σκυλιά δεμένα


VI

καλά θυμόταν η γιαγιά μου

ποια σπίτια πέσανε με το σεισμό

όταν την έπαιρνε ο ύπνος

τινάζαμε τη σκόνη απ' τα ρούχα μας



Αλεξάνδρα Πλαστήρα, 2018

Σάββατο 23 Μαΐου 2020

Helin

Μια άνοιξη ξεχάστηκε στην άκρη του χειμώνα
Τριαντάφυλλο που γύρισε πάλι πίσω στο χώμα 
Μια φωνή στοιχειώνει έναν ήλιο που βγαίνει πάντα για όλους 

Ένας θάνατος σκοτώνει τα κελιά για μια ζωή 
Όχι αυτή που δεν αξίζει ούτε στιγμή να βιωθεί 
Αλλά για κείνη που ορκίζεται κανένας δήμιος να μη σωθεί 

Τριαντάφυλλο κι ανάσα μες την ερημιά, την ερημιά, ερημιά, ερημιά 
Ένα χάδι ταξιδεύει ανέμου σαϊτιά, ανέμου σαϊτιά, σαϊτιά 

Πόσοι θα ναι αυτοί που τον αγώνα θα σκυλέψουν 
Άλλοι τόσοι που παρηγοριά στο μάταιο θα γυρέψουν 
Μα η φωνή σου συντροφιά στους οδοιπόρους σ’ ένα νόημα βαθύ 

Σ’ ένα κόσμο που αδειάζει τις στιγμές του όπου του πουν 
Σ’ ένα κόσμο οι αυταπάτες και οι φόβοι κυβερνούν 
Να είσαι σίγουρη το πείσμα, το κουράγιο σου, έχουν πολλά να πουν 

Μια θάλασσα χωρίζει τις ζωές μας 
Μια θάλασσα ενώνει τις καρδιές μας 
Κι εσύ πιστή σ’ αυτό που έταξες πετάς στον ουρανό της

Θαλερός Κώστας

Παρασκευή 1 Μαΐου 2020

Σιωπή

Η σιωπή μου ρέει σα μέλι
στο βαζάκι του χρόνου.
Μέχρι να φτάσει στον πάτο
θα μιλώ μόνο στα φαντάσματα
της θωρακικής μου κοιλότητας.
Κάτι λέξεις που περνούν από τον νου μου
είναι απλώς πουλιά που μυρίστηκαν ξόβεργα
και δεν κάθισαν ποτέ·
μόνο με κορόιδεψαν φτεροκοπώντας
κι έφυγαν προς ανείπωτα σύννεφα.
Με λίγο δάκρυ από τα δάχτυλα, σιωπή μου,
γράφω σε μουσκεμένο χαρτί τ’ όνομά σου
δίχως διάχυτο άλγος στο στήθος
μα τεθλιμμένος ξεκάθαρα.

Νίκος Κατσικάνης, 2018

Σάββατο 4 Απριλίου 2020

Ασκήσεις ακριβείας

Θα βυθίσεις το μαχαίρι 
Τόσο όσο πρέπει 
Ούτε χιλιοστό τύψης παραπάνω 

Και θα το στρίψεις κυκλικά 
Ξύνοντας προσεκτικά 
Το καθιζάνoν μερικώς σάπιο απόστημα που σού ‘λαχε... 


Μαίρη Πέστροφα.

Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

Πυκνές Ανατολές


Έξω η πόλη πνίγεται βουβή μες τη σιωπή 
Το φως απ’ το παράθυρο ψιθυριστή αστραπή 
Κοιτάς ψηλά στον ουρανό μια βρομερή αχλή 
Κακός μαγνήτης χαμηλά η τρύπια οικοδομή 

Κλείνω τα μάτια για να δω μήπως διαφεύγει κάτι 
Ποτέ το βλέμμα δεν γερνάει μόνο ίσως το μάτι 
Ακτινοβόλα δίκτυα και οι σπίθες απ’ το τζάκι 
Δωμάτιο που σκίζεται στα δυο από αυλάκι 

Στη μια μεριά ο φόβος ξερνάει πληροφορίες 
Μαζί με περιπολικά σε σάπιες ενορίες 
Στην άλλη τα βιβλία μου ειρωνικές μαντείες 
Κι οι μουσικές μου απρόσιτες σωτήριες γαλαρίες 

Τρώω, νυστάζω, σκέφτομαι, το πάθος με κοιτάζει 
Μόνος ποτέ δεν ένιωσα το δέρμα μου αρπάζει 
Ό,τι σεμνό, ό,τι τρελό, ό,τι Θεό κολάζει 
Καθώς κερνούν οι άνθρωποι αγάπη που κοχλάζει 

Ο φόβος χάνει λόγια χωρίς τις μηχανές 
Όταν στερείται τη φωνή κρύβεται στις στολές 
Και τότε κοιταζόμαστε χωρίς αναστολές 
Αιρετικές, αβίαστες, πυκνές ανατολές

Κ. Θαλερός



Τρίτη 10 Μαρτίου 2020

Το δημιουργικό πάθος


Μια πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι τα ποιήματα ανεβάζουν
την τιμή πώλησης ενός ακινήτου σχεδόν κατά 9.000 δολάρια.
Η εποχή μας, παρόλα αυτά, δεν προσφέρεται για ποίηση.

Στα Βορειοανατολικά, καθώς ελαττώθηκαν τα στέγαστρα,
εκατομμύρια ποιήματα χάθηκαν. Μόλις πριν από λίγες μέρες
δυνατοί άνεμοι έριξαν ένα ποίημα στα καλώδια του ρεύματος

λίγα τετράγωνα μακριά από το σπίτι μου.
Ποτέ μου δεν περίμενα να χάσω τόσο πολλά μεμιάς.
«Δημιουργήσαμε ένα σύστημα που δεν είναι βιώσιμο

για την ποίηση», είπε κάποιος. Μες στα επόμενα τριάντα χρόνια
όπου υπάρχουν υπέργειες καλωδιώσεις δεν θα υπάρχουν ποιήματα.
Ίσως να παραμείνουν ελάχιστα, αλλά ως μια ενόχληση,

ως ένα πανέμορφο σημάδι του χρόνου.

Catherine Barnett

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

Ιταλός στην Ελλάδα

Απόβραδο της Αθήνας, αντίο παρατεταμένο
των φαλαγγών που αργοκυλούν στα κράσπεδά σου
που ξεχειλίζουν πόνο μέσα στο διαρκές ημίφως.
Όπως μια θλίψη
άφησα το καλοκαίρι στις στροφές
και θάλασσα και έρημος είναι το αύριο
χωρίς πια εποχές.
Ευρώπη, Ευρώπη που με βλέπεις
να βυθίζομαι ανυπεράσπιστος και σκεφτικός
σ' ένα καχεχτικό μου μύθο ανάμεσα στις παρατάξεις των κτηνών,
είμαι 'νας γιος σου σε φυγή που δεν γνωρίζει
άλλον εχθρό από την ίδια του τη θλίψη
ή από κάποια αναστημένη τρυφερότητα
λιμνών και φυλλωμάτων πίσω από χαμένα βήματα,
είμαι ντυμένος κουρνιαχτό και ήλιο
να κολαστώ πηγαίνω, ν' απομονωθώ για χρόνια.

Βιτόριο Σερένι
Πειραιεύς, Αύγουστος 1942

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2020

Τι είναι ποίηση;


Η μόνη μαλακία

με την ποίηση

είναι -ότι

είναι -πολύ

μοναχικό ταξίδι.


Άλλο λες,

άλλο καταλαβαίνεις,

αλλά όλοι

είναι ευχαριστημένοι

με την

καταγραφή της

αλήθειας τους.


Κ.Ζ. 

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2020

Τώρα...;

Όταν σε ρώτησα
αν είσαι ζωντανός
εσύ κράτησες την ανάσα σου
γιατί ήσουν σίγουρος
ότι θα στην κλέψω.
Όταν σε ρώτησα αν βλέπεις
εσύ έκλεισες τα μάτια σου
γιατί ήσουν σίγουρος
ότι θα στα κλέψω.
Όταν σε ρώτησα
αν ξέρεις να αγαπάς
εσύ ξερίζωσες την καρδιά μου
γιατί ήξερες ότι δεν έχεις δική σου.
Τώρα απάντησέ μου.
Με την ανάσα
κλειδωμένη στο στομάχι σου
το βλέμμα σου
σφραγισμένο στα πόδια μου
και την καρδιά μου
καρφωμένη στο στήθος σου
Απάντησέ μου.
Τώρα είσαι ζωντανός;
Έμαθες να αγαπάς;

Φ.Α.

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019

Λατρεύοντας τις συνεντεύξεις



''Ποιο από τα έργα σας προτιμάτε;''
- Κανένα.

''Τι γράφετε τώρα;''
- Ότι μου κατέβει.


''Πότε πρωτοδημοσιεύσατε έργο σας;''
- Προ αμνημονεύτων χρόνων.

''Ποια ηλικία είχατε τότε;''
- Καμία.

''Πόσες ώρες εργάζεσθε;''
- Όσες βρω.

''Πόσες ώρες κοιμάσθε;''
- Εξαρτάται από τους γειτόνους.

''Ποιος από τους ποιητάς μας σας αρέσει;''
- Δεν ξέρω.

''Ποιος πεζογράφος μας;''
- Αγνοώ.

''Ποιος ξένος ποιητής;''
- Δεν αποφάσισα ακόμη.

''Ποιος ξένος πεζογράφος;''
- Θα σκεφθώ.

''Ποιος Έλλην θεατρικός συγγραφέας σας αρέσει;''
- Δε σας λέω.

''Σας αρέσει η μουσική;''
- Αχ!

''Ποιον συνθέτη προτιμάτε;''
- Κι εγώ δεν ξέρω.

''Ποιο φαγητό προτιμάτε;''
- Το καλομαγειρεμένο.

''Ποιο φαγητό δε σας αρέσει;''
Το κακομαγειρεμένο.

''Τρώτε πολύ;''
- Το αναγκαίο μου.

''Τι πίνετε;''
- Νεράκι κι άγιος ο Θεός.

''Τι προτιμάτε, τις ξανθιές ή τις μελαχρινές γυναίκες;''
- Τις ωραίες.

''Τα γαλανά μάτια ή τα μαύρα;''
- Τα όμορφα.

Τι αγαπάτε περισσότερο στον κόσμο;''
- Τον κόσμο.

''Θα θέλατε να είστε πλούσιος;''
- Θα αστειεύεσθε.

''Ποιο χρώμα σας αρέσει;''
- Το χρώμα της αιδούς που είναι και το πιο σπάνιο''.

''Τι σας δυσαρεστεί ιδιαιτέρως;''
- Η προστυχιά.

''Έχετε αδυναμία σε κάποιο ζώο;''
- Σε όλα. Ακόμα και στους ανθρώπους που μοιάζουν με ζώα.

''Δια τις συνεντεύξεις τι γνώμη έχετε;''
- Τις λατρεύω. Αμφιβάλλετε;


Παύλος Νιρβάνας
[Συνέντευξη στην εφημερίδα: ''Αθηναικά Νέα'' - 1936]

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2019

ΒΡΑΔΥΑΖΕΙ…

Μα το σκοτάδι πνίγεται
μέσ’ στις πολύχρωμες
τις φωτεινές ρεκλάμες
της Λώρεν
μιας οδοντόπαστας
και των κοιλεπιδέσμων.
Σκαρφαλώνω σ’ ένα λόφο
και ψάχνω μ’ αγωνία
στο τεράστιο εκράν τ’ ουρανού
για να βρω την «Μεγάλη Άρκτο».
Στις οκτώ είχαν δώσει
ραντεβού οι ματιές μας εκεί
Κι’ είναι οκτώ παρά δύο.

Μίμης Φωτόπουλος  

*[Υπηρέτησε το θέατρο για πέντε δεκαετίες, έπαιξε σε πάνω από 100 ταινίες. Παράλληλα ανέπτυξε και άλλα εκφραστικά μέσα, την ζωγραφική, το κολάζ, και προπαντός την ποίηση. Έγραψε εφτά βιβλία και δύο θεατρικά έργα.]

**[Κατά την διάρκεια της Κατοχής, εντάχθηκε στο ΕΑΜ, ενώ σαν μέλος του Θιάσου Καλλιτεχνών εργάστηκε για την ανύψωση του πολιτισμικού πνεύματος του λαού συγκροτώντας θεατρικές παραστάσεις σε υπόγεια θέατρα. Πολέμησε στα Δεκεμβριανά, κατά την διάρκεια των οποίων το σπίτι του κάηκε απ'τους Εγγλέζους ολοσχερώς (μαζί και με τα 2 χιλιάδες του βιβλία!), ενώ συνελήφθη κατόπιν κατάδοσης:
«Ο περίπατός μου ήτανε πάντα ως το καμένο μου σπίτι. Ένα καθημερινό προσκύνημα. Δεν ήθελα να το πιστέψω ακόμα, πως το κάψανε, νόμιζα πως όλη τούτη η ιστορία ήταν ένας εφιάλτης που θα περνούσε γρήγορα. Ξεκλείδωνα την πόρτα, (γιατί οι Εγγλέζοι τούχανε ρίξει από πάνω εμπρηστικές, κι απ’ έξω είχε μείνει σχεδόν ανέπαφο) κ’ έμπαινα στα ερείπια. Ο ουρανός έριχνε αρκετό φως, κ’ εγώ έψαχνα μέσα στις στάχτες, κι όλο ανασκάλευα μη και βρω «κάτι». Τι να ’βρισκα! Δεν υπήρχε περίπτωση να βρω τίποτα, γιατί, φυσικά, πολύτιμους λίθους, που δεν καιγόντουσαν, δεν είχαμε ποτέ στο σπίτι μας. Ωστόσο, έψαχνα, έψαχνα, έψαχνα, με μιαν ήρεμη απελπισία…]

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2019

Πώς έγινε ένας κακός άνθρωπος


Θα σας πω πώς έγινε
Έτσι είναι η σειρά
Ένας μικρός καλός άνθρωπος
αντάμωσε στο δρόμο του έναν χτυπημένο
Τόσο δα μακριά από κείνον ήτανε πεσμένος
και λυπήθηκε
Τόσο πολύ λυπήθηκε
που ύστερα φοβήθηκε
Πριν κοντά του να πλησιάσει
για να σκύψει να τον πιάσει,
σκέφτηκε καλύτερα

Τι τα θες τι τα γυρεύεις

Κάποιος άλλος θα βρεθεί
από τόσους εδώ γύρω,
να ψυχοπονέσει τον καημένο
Και καλύτερα να πούμε
Ούτε πως τον έχω δει

Και επειδή φοβήθηκε
Έτσι συλλογίστηκε
Τάχα δεν θα είναι φταίχτης,
ποιον χτυπούν χωρίς να φταίξει;

Και καλά του κάνουνε
αφού ήθελε να παίξει με τους άρχοντες
Άρχισε λοιπόν και κείνος
Από πάνω να χτυπά

Αρχή του παραμυθιού καλημέρα σας.


Ελένη Βακαλό, Του κόσμου, 1978

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2019

το ξόρκι της στάχτης


«Στάχτηκα», έλεγε η γιαγιά κι εμείς τη διορθώναμε.

«Σκιάχτηκα λέμε, καλέ γιαγιά».

«Σιγά», απαντούσε αυτή. «Τι σχέση έχουν παιδί μου οι σκιές; Για βλέπεις για ακούς τέτοια πράγματα, στάχτη γίνονται τα μέσα σου».


τσακμάκι

Δευτέρα 12 Αυγούστου 2019

Αυτός ο έρωτας

Αυτός ο έρωτας
Ο τόσο βίαιος
Ο τόσο εύθραυστος
Ο τόσο τρυφερός
Ο τόσο απελπισμένος
Αυτός ο έρωτας
Ωραίος όπως το φως της ημέρας
Και άσχημος όπως ο καιρός
Όταν έχει άσχημο καιρό
Αυτός ο έρωτας ο τόσο αληθινός
Αυτός ο έρωτας ο τόσο ωραίος
Ο τόσο ευτυχισμένος
Ο τόσο χαρούμενος
Κι ο τόσο γελοίος
Που τρέμει από φόβο σαν ένα παιδί μες στο σκοτάδι
Κι ο τόσο βέβαιος για τον εαυτό του
Σαν ένας ήρεμος άνδρας στο μέσο της νύχτας
Αυτός ο έρωτας που φόβιζε τους άλλους
Που τους έκανε να μιλούν
Που τους έκανε να χλωμιάζουν
Αυτός ο έρωτας που τον παραμόνευαν
Γιατί τους παραμονεύαμε
Ο παγιδευμένος, ο τραυματισμένος, ο ποδοπατημένος,
Ο τελειωμένος, ο εκμηδενισμένος, ο ξεχασμένος
Επειδή εμείς τον παγιδεύσαμε, τον τραυματίσαμε,
Τον ποδοπατήσαμε, τον τελειώσαμε,
Τον εκμηδενίσαμε, τον ξεχάσαμε
Αυτός ο έρωτας ο τόσο πλήρης
Ο τόσο ζωντανός ακόμη
Κι ο τόσο ηλιόλουστος
Είναι ο δικός σου
Είναι ο δικός μου
Αυτός που υπήρξε
Αυτό το κάτι, το πάντα καινούργιο
Και που δεν άλλαξε
Τόσο αληθινό όσο και ένα φυτό
Που τρέμει όσο και ένα πουλί
Που είναι τόσο ζεστό, τόσο ζωντανό όσο και το καλοκαίρι
Μπορούμε και οι δυο να πάμε και να ξανάρθουμε
Και μετά να αποκοιμηθούμε
Να ξυπνήσουμε, να υποφέρουμε, να γεράσουμε
Να αποκοιμηθούμε ξανά
Να ονειρευτούμε το θάνατο
Να ξυπνήσουμε, να χαμογελάσουμε και να γελάσουμε
Και να ξανανιώσουμε
Ο έρωτάς μας μένει εκεί
Ξεροκέφαλος όπως ένας γάιδαρος
Ζωντανός όπως ο πόθος
Φοβερός όπως η μνήμη
Ανόητος όπως οι τύψεις
Τρυφερός όπως η ανάμνηση
Ψυχρός όπως το μάρμαρο
Ωραίος όπως το φως της μέρας
Εύθραυστος όπως ένα παιδί
Μας κοιτάζει χαμογελώντας
Και μας μιλά χωρίς να λέει τίποτα
Και εγώ τον ακούω τρέμοντας
Και κραυγάζω
Κραυγάζω για σένα
Κραυγάζω για μένα
Τον ικετεύω
Για σένα, για μένα και για όλους όσους αγαπιούνται
Και που αγαπήθηκαν
Ναι του κραυγάζω
Για σένα, για μένα και για όλους τους άλλους
Που δε γνωρίζω
Μείνε εκεί
Εκεί όπου είσαι
Εκεί όπου ήσουν άλλοτε
Μείνε εκεί
Μην κουνιέσαι
Μη φεύγεις
Εμείς που αγαπηθήκαμε
Σε ξεχάσαμε
Εσύ μη μας ξεχνάς
Δεν είχαμε παρά μόνο εσένα πάνω στη γη
Μη μας αφήσεις να γίνουμε ψυχροί
Πάντα όλο και πιο μακριά
Κι οπουδήποτε
Δώσε μας σημάδι ζωής
Πολύ πιο αργά στην άκρη ενός δάσους
Μέσ’ από το δάσος της μνήμης
Φανερώσου ξαφνικά
Άπλωσέ μας το χέρι
Και σώσε μας.

Ζακ Πρεβέρ 

[Απόδοση: Κωνσταντία Γεωργάτσου]

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

Μπαλάντα του Μπλουά


Πλάι στη βρύση πεθαίνω διψασμένος
Καίω σα φωτιά και τρέμω, τουρτουρώ
Στον τόπο μου ενώ ζω, είμαι τέλεια ξένος
Κοντά στη ‘στιά τα δόντια κουρταλώ
Σα σκούληκας γυμνός στολή φορώ
Γελώντας κλαίω χωρίς ελπίδα πια
Χαίρουμαι κι όμως δεν έχω χαρές
Θεριό είμαι δίχως δύναμη καμιά
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές
Στ’ «αβέβαιος» πάντα βρίσκω τ’ «ορισμένος»
Το ξάστερο το βλέπω σκοτεινό
Διστάζω για ό,τι πλέρια είμαι πεισμένος
Για κάθε ξαφνικό φιλοσοφώ
Κερδίζω και χαμένος θε να ‘βγω
Όταν χαράζει, λέω, -«Καλή νυχτιά!»
Ξαπλώνω, λέω, θα φάω καμιά βροντιά
Είμαι πλούσιος κι όλο έχω αδεκαριές
Μαγκούφης, καρτερώ κληρονομιά
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές
Έγνοιες δεν έχω κι είμ’ ιδεασμένος
Πλούτια να βρω, μα δεν επιθυμώ
Απ’ όσους μ’ επαινούνε προσβαλμένος
Και κοροϊδεύω ό,τι είναι σοβαρό
Φίλο έχω όποιον με πείσει πως γλυκό
Κελάηδημα είν’ της κάργιας η σκουξιά
Για όποιον με βλάφτει λέω πως μ’ αγαπά
Το ίδιο μου είναι κι οι αλήθειες κι οι ψευτιές
Τα ξέρω όλα, δε νιώθω τόσο δα
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές
Πρίγκιπα μου μακρόθυμε,
καμμιά γνώση δεν έχω και μυαλό σταλιά
Μα υπακούω στους νόμους, τι άλλο θες;
Πώς, τους μιστούς να πάρω είπες, ξανά
Καλόδεχτος, διωγμένος με κλοτσιές.


Francois Villon

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2019

Εξουσία...


"-Θα πεθάνουμε ή θα βάλουμε την επανάσταση στο νόημά της!
- Αυτό είν' όλο.
Νοστάλγησα τα ορυχτά
την άφωνη θηλαστική μου ιερότητα
κι ανατρέχω στον ύπνο που με σώζει
είν' ο πρόχειρος θάνατος
ένα κλούβιο ρολόι
χωρίς τα πριν και χωρίς τα μετά.
Δεν ήρθα δε φεύγω θα σταματήσω.
- Η εξουσία είναι της Ιστορίας η ευκοιλιότητα.
-Στο χωριό μου τη λένε γλεντοκώλα...."


Ν.Καρούζος, "Νεολιθική νυχτωδία στην Κροστάνδη"...

Παρασκευή 7 Ιουνίου 2019

Σάββατο 18 Μαΐου 2019

Δέησις


Διάβολε, ὄχι,
ὄχι πάλι ἐδῶ:
στὸ λίκνο τῆς ἀμάραντης σοφίας,
στὰ χείλη τὰ παχιά της Ἀττικῆς,
μὲς στὸ βαθὺ τὸ ντεκολτὲ
τῆς ἀηδίας.


Διάβολε, ὄχι,
ὄχι ἐδῶ:
στὰ λόγια τὰ διάτορα, στὰ κλέη
ἐνὸς θανάτου γύψινου
ὅπου ἄδουμε διαρκῶς,
ὄχι στοῦ ἥλιου τὰ ἐγερτήρια ἐλέη,
ὄχι στὰ ἐρείπια τῶν συντηρητῶν.

Διάβολε, ὄχι,
ὄχι ἐδῶ:
σὲ μιᾶς τραυλῆς καμπάνας τὴν ἀπόχη,
σ’ αὐτὸ τὸ Πάσχα τὸ νεκρὸ τῶν λουλουδιῶν,
ὄχι στὰ Ναὶ καὶ στὰ μεγάλα τὰ Ὄχι,
ὄχι στὰ ὁράματα
τῶν ἀνθυπαρχηγῶν.

Διάβολε, ὄχι,
ὄχι ἐδῶ:
σ’ αὐτὴ τὴ δίνη τοῦ νταλκᾶ
ὅπου θηρεύει
θύματα ἡ θλίψη τῶν μικρῶν ὠρῶν,
ὄχι στὸν φοίνικα τὸν μαῦρο ποὺ χορεύει
πάνω ἀπ’ τὸ στάγδην ποτιζόμενο γκαζόν.

Διάβολε, ὄχι,
ὄχι ἐδῶ:
μέσα στῆς στάχτης τὸ γυμνὸ τὸ καλοκαίρι
μ’ ἄδειο ποτήρι παρὰ θίν’ ἀλός,
ὄχι στῆς νύχτας τ’ ἀνοιγμένα σκέλη,
ὄχι στοὺς στίχους τῶν δεινῶν
διαφημιστῶν.

Ὄχι στοῦ λίπους τὶς σταγόνες
ποὺ γυαλίζουν
στὰ ὠχρὰ ρουθούνια τῶν ρεπόρτερ τῆς σειρᾶς,
ὄχι στὸν πίθηκο τῆς μέσα μας ὀθόνης,
ὄχι στὴ δόξα τῆς σφιχτῆς μας τῆς γροθιᾶς.

Ὄχι στοῦ ἴλιγγου τὴ ξοδεμένη δόση,
νόθα ἡρωίνη στὸ μενοὺ τῶν ἐραστῶν,
ὄχι στὸ χάδι
ποὺ μετράει τὴν πτώση,
ὄχι στὴ γλώσσα τὴ σαχλὴ τῶν τραπεζῶν.

Ὄχι στὸν Ἅδη αὐτὸν
ποὺ πάντοτε μᾶς νεύει
μέσα ἀπ’ τοῦ βάλτου
τὰ στεκάμενα νερά.

Ὄχι στοῦ χρόνου τὸ μαχαίρι
ποὺ σαλεύει
μπρὸς στῆς ἀσφάλτου
τὴν κοιλιὰ ποὺ μᾶς ξερνᾶ.

Διάβολε, ὄχι –
ὄχι πάλι ἐδῶ.


Λάμπρος Λαρέλης

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

Τα σύννεφα

Τα σύννεφα μάς παρασύρουν σε παρομοιώσεις
Πρέπει να είναι μέρος του αμυντικού τους μηχανισμού
Οι παρομοιώσεις παρασύρουν στην επιείκεια 
Όλα αυτά θα πρέπει να κοπούνε μαχαίρι
Χωρίς παρομοιώσεις τα σύννεφα θα λιμοκτονήσουν


Γ. Στίγκας

Δευτέρα 18 Μαρτίου 2019

Το όνομα στο κουδούνι δεν άλλαξε ποτέ


Σου ήρθαν τα νέα;

Ξενοίκιασα. Πάει κι αυτό.
Τα χνάρια μου σβήνουν ένα-ένα,
σαν θλιβερή αλληλουχία.
Να δεις, σε λίγο
θα είναι σα να μην υπήρξα ποτέ.
Να το δεις, ε;
Σου έκανα κι αυτή τη χάρη.
Μου είπαν πως το όνομα στο κουδούνι δεν άλλαξε ακόμη.
Ξέχασαν, βέβαια, να αναφέρουν εάν
ένα "σ’αγαπώ” γραμμένο με στυλό,
συνεχίζει να καταπατά το επίθετό μου
κι εάν, στην τελική, υφίσταται ακόμα,
ως τελευταία πράξη ενός σύμπαντος
που και υπήρχαμε και αγαπιόμασταν
και μας ένοιαζε αρκετά, ώστε να το αποτυπώσουμε.
Τώρα πια, από κάποιο άλλο σύμπαν,
σβήνουμε και γράφουμε τον μεγάλο μας επίλογο.
Εγώ γράφω,
εσύ σβήνεις.
Εγώ ονειρεύομαι την χάρτινή μας πόλη,
κι εσύ κρατάς τα σπίρτα στα χέρια σου.
Τι λες;
Θα της βάλεις φωτιά;


Ανώνυμο

Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2019

Σελίδα γραπτού

Δύο και δύο τέσσερα
τέσσερα και τέσσερα οχτώ
οχτώ κι οχτώ κάνουν δεκάξι.
Επαναλάβατε! λέει ο δάσκαλος.
Δύο και δύο τέσσερα
τέσσερα και τέσσερα οχτώ
οχτώ κι οχτώ κάνουν δεκάξι.
Μα να το πουλί-λύρα
που περνά στον ουρανό.
Το παιδί το βλέπει,
το παιδί το ακούει,
το παιδί το φωνάζει:
Σώσε με, παίξε μαζί μου,
πουλί!
Τότε το πουλί κατεβαίνει
και παίζει με το παιδί.
Δύο και δύο τέσσερα.
Επαναλάβατε! λέει ο δάσκαλος.
Και το παιδί παίζει,
το πουλί παίζει μαζί του…
Τέσσερα και τέσσερα οχτώ
οχτώ κι οχτώ κάνουν δεκάξι
δεκάξι και δεκάξι πόσα κάνουν;
Δεν κάνουν τίποτα δεκάξι και δεκάξι
και προπάντων όχι τριάντα δύο
έτσι ή αλλιώς
και φεύγουν.
Και το παιδί έκρυψε το πουλί
μες στο θρανίο του
κι όλα τα παιδιά
ακούν το τραγούδι του
κι όλα τα παιδιά ακούν τη μουσική
κι οχτώ κι οχτώ στη βόλτα τους φεύγουν
και τέσσερα και τέσσερα και δυο και δυο
στη βόλτα τους το σκάνε
κι ένα κι ένα δεν κάνουν ούτε ένα ούτε δύο
ένα ένα το ίδιο φεύγουν.
Και το πουλί-λύρα παίζει
και το παιδί τραγουδάει
κι ο καθηγητής φωνάζει:
Πότε θα πάψετε να κάνετε τον καραγκιόζη!
Μα όλα τ' άλλα παιδιά
ακούν τη μουσική
και οι τοίχοι της τάξης
σωριάζονται ήσυχα.
Και τα τζάμια ξαναγίνονται άμμος
το μελάνι ξαναγίνεται νερό
τα θρανία ξαναγίνονται δένδρα
η κιμωλία ξαναγίνεται ακρογιαλιά
το φτερό ξαναγίνεται πουλί.

Ζακ Πρεβέρ, Κουβέντες

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2019

Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2019

Αντίο κύριε Μέσκο


Από την κηδεία του Μάρκου Μέσκου στο Γραμματίκοβο Πέλλας

Χτες 200 φίλοι σου σού είπαμε το τελευταίο αντίο. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ δυσκολότερες συνθήκες για την περίσταση. 800 μέτρα ανάβαση μέσα στα χιόνια στον λόφο του χωριού σου που τόσο αγαπούσες από μία απόσταση ασφαλείας. Δύσκολος και ο αποχαιρετισμός, όπως όλα δύσκολα στη ζωή σου. Ζωή γεμάτη δημιουργικότητα, «ωραίους ανθρώπους που αντάμωσες» αλλά και με το τραύμα του μειονοτικού.Δεν σου έδωσαν το χρηματικό έπαθλο για την έκθεση που έγραψες, δεν σου έδωσαν το κορίτσι που αγάπησες, δεν είχες καλές συνθήκες στον στρατό γιατί ήσουνα «εθνικά επικίνδυνος». Η οικογένεια δεν σου επέτρεψε να κάνεις τις σπουδές που ποθούσες (Αρχιτεκτονική ή Φιλοσοφική) και χρειάστηκε να φύγεις εσωτερικός μετανάστης στην Αθήνα για να σπουδάσεις γραφιστική και να γράφεις (ιδού το σχήμα και ο λόγος). Στο μεταξύ, έκανες πολλές ταπεινές δουλειές. Χωρίς να γογγύζεις ποτέ. Σαν να είχες κατανοήσει από πολύ νωρίς ότι τα εξωτερικά δεν μετράνε. Είχες ελάχιστη σχέση με τα χρήματα και με την πολυτέλεια. Θα μπορούσες να είσαι και ασκητής (μήπως δεν ήσουνα;) [από το μπλογκ του Εντευκτηρίου]

«συντροφικά μόνος, συντροφικά ελεύθερος»

«Σώνεται το λάδι. το καντήλι τρεμοσβήνει»
«έτσι λένε
πέρασε η ζωή του. όσον κρατούσε το φως
πάλευε τον Δαίμονα και τα σκοτάδια του»

«θα φύγει μόνος όπως και οι προηγούμενοι. προτιμούσε η ψυχή του ν’ ανέβει στα βουνά και στα λημέρια τους να σκορπίσει σαν ομίχλη στην πρωινή πάχνη»

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

Κοινότυπο

Όταν σε βλέπω,
νιώθω ένα τσίμπημα στο στήθος.
Το στομάχι μου ανακατεύεται
και μου κόβονται τα πόδια.
Όταν σε βλέπω,
μουρμουράω αυτά
κι άλλα τέτοια κοινότυπα.
Μπας και μπορέσω να προδώσω στο μεταξύ μας
κάποια κανονικότητα
κι έτσι καταφέρω ν’αρνηθώ
για μία ακόμη φορά
την -σπάνια αγάπη μου για ‘σένα.


Χριστίνα Π.



Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018

AΡΝΙΟΤΑΝ ΠΑΝΤΑ

Για δώδεκα χρόνια
την πρώτη μέρα της άνοιξης
τη ρωτούσα ευγενικά αν ήθελε
να κάνουμε έρωτα.

Αρνιόταν πάντα...

Τη δεκάτη τρίτη χρονιά
την τρίτη μέρα του Μάρτη
ήρθε μόνη της να με βρει
για να μου πει
με παράπονο πως
την είχα πια ξεχάσει.


Σωτήρης Λυκουργιώτης

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018

ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ | ΝΕΑ ΕΠΑΦΗ



Η συλλογή ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ | ΝΕΑ ΕΠΑΦΗ αποτελεί την επιτακτική κατάληξη μιας πορείας που ακολούθησε με αμηχανία, αλλά και επιμονή, τη διαρκή συντριβή όλων όσων συντρίμμια δεν θα γίνουν ποτέ.

Η αναπόφευκτη σύντομη σχέση της με τον κόσμο του Εμπορεύματος διεκόπη οριστικά τη στιγμή που παραλήφθηκε από το τυπογραφείο. Ως εκ τούτου, αδήριτη και αδιαπραγμάτευτη επιθυμία είναι η διακίνηση αυτού του βιβλίου να παραμείνει απαλλαγμένη από κάθε είδους κυρίαρχη διαμεσολάβηση, χρηματική ή άλλη.

Η φροντίδα των ποιημάτων, όπως και της διακίνησής τους, επαφίεται πια σε όσες και όσους αναγνωρίσουν στην έκδοση αυτή μια ακόμη απόπειρα διαστολής των ρηγματώσεων πάνω στο φαινομενικό συνεχές της θεαματικής κοινωνίας, που οργανώνει την ανθρώπινη δραστηριότητα στη βάση του γενικευμένου διαχωρισμού, αποσυνδέοντας την Δημιουργία από το σύνολο της κοινωνικής ζωής και υποβιβάζοντας το άτομο σε μια παθητική κατάσταση διαδοχικών επιτελέσεων ρόλων και συμπεριφορών, υπαγορευμένων από επίπλαστα διαιρετικά μοντέλα, όπως αυτό του καλλιτέχνη και μη.

Η συλλογή αφιερώνεται στο παρελθόν, που πάντα θα κουβαλάει υπομονετικά το βαρύ χρέος του μέλλοντος.

Γ. Δ. Σέρμυντ
https://project-ersilia.net

Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2018

ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ

Ελλάς πατρίς μου, δεν σ’ αγαπώ, 
για σε δεν καίω κι εγώ λιβάνι, 
πάντα για σένα κακά θα πώ, 
κι ούτε σου πλέκω ποτέ στεφάνι. 

Όμως συγχώρει τον μισητόν, 
πατρίς γλυκεία και τροφοδότις, 
κι εις τόσο πλήθος πατριωτών 
ας είναι κι ένας μη πατριώτης


Γεώργιος Σουρής

Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2018

Curriculum Vitae

Ένας διάλογος με τον Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου

Λένε πως έρχεσαι από νύχτα βαθιά 
και σκορπίσανε όλοι 
Βέβαια αιμόφυρτος με τα φώτα σβηστά 
και σε κύκλωσαν όλοι 

Έστω ένας χτύπος μα όλα είναι νεκρά 
συγκατάνευσαν όλοι 
Λένε η ανάσα του θα καίει την καρδιά 
κι έγιναν οι δήμιοι σκόνη 

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου 

Με τίναξε η φωνή σου εντός μου. 
Σε βλέπω να γλιστράς σα μικρός άνεμος στις όχθες του Θερμαϊκού, 
βυθισμένος σε μιαν απαλή σιωπή, 
με τα χέρια να κρέμονται αμήχανα απέναντι στην προσβλητική αδιαφορία των περιπατητών του απογεύματος, 
να κλυδωνίζεσαι γλυκά σε μιαν αναστοχαστική μέθη που δραπετεύει από την εκδικητικότητα των κανόνων, 
να γλιστράς στην αγκαλιά των λέξεων και να αναδύεσαι σαν το πιο γοερό τους θυμίαμα, 
σκυμμένος πάνω από τον χαμηλοτάβανο ουρανό, 
ένα σύννεφο βαρύ σα θνησιγενής έρωτας, 
σαν τις υπομονετικές προδοσίες, 
σαν την ανέκφραστη χειρονομία που διαφημίζει επίμονα τον ήλιο μιας κάποιας δεσπόζουσας πόλης. 

Με τίναξε η φωνή σου εντός μου. 
Κι ύστερα θόλωσε η εικόνα σου σα μια ανταύγεια του ηλιοβασιλέματος στη νηνεμία του μεγάλου λιμανιού, 
μέσα από τα θραύσματα της στάμνας στη ρίζα αρχαίου τείχους, 
από τα βράχια χύθηκες σαν κόκκινο κρασί στην αγκαλιά της βρώμικης θάλασσας, 
και χάθηκες οπτασία στον αλμυρό βυθό, 
για να αναδύεσαι στα σκοτεινά σοκάκια πότε εδώ και πότε εκεί στα σωθικά της πρωτεύουσας, 
μια αλμυρή οπτασία που χαϊδεύει το ακατάλυτο μπετόν, 
δεν χαρίζεται,
θυμίζει την αρχέγονη ουσία του έρωτα που συντρίβει τα αφυδατωμένα σώματα, 
καθώς αυτά περιδινίζονται στα σταυροδρόμια των σκοτεινών θανάτων, 
εσύ, αειθαλής εντιμότητα στους λασπερούς κήπους,
φτερωτή αθωότητα στη ράχη των ερπετών, αγέρωχη φτώχια καθισμένη στη μικρή αυλή των θαυμάτων, 
στη γειτονιά των ανείπωτων λέξεων, 
να κρατάς εκείνον τον θησαυρό των ερώτων και των θανάτων κρυμμένο για πάντα μπροστά στα μάτια μας. 

Θαλερός




Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

Εδώ...

Λαδερά στο πλαστικό Ακομινάτου
έξω απ’ την πόρτα Αύγουστος
άσπρες σαν πανί οι πουτάνες
40 υπό σκιάν 4 η ώρα μεσημέρι.
Ανοίγουνε τα μπούτια μοναχά τους
σαν ψόφια μύδια
γέμισ’ ο κόσμος χρωματιστά βρακιά
Πακιστανούς ντετόλ κουτσές ρουφιάνες
κι αδερφές μ’ ενέσεις στα βυζιά
γεμάτες καρκινώματα.
Γέμισ’ ο δρόμος
ξετιναγμένες σάλπιγκες και πεταμένες μήτρες
τουμπάνιασε η κοιλιά
απ’ άχρηστα σπέρματα
– δεν πιάνονται παιδιά εδώ
δεν πιάνεται τίποτα από πουθενά
η Μαγδαληνή και η Βάνου τη γυρίσανε
οι δοσάδες κι ο άγιος της γειτονιάς είναι κολεγιά
πρώτα τα παίρνουνε και μετά σας καρφώνουνε.
Έτσι είναι.
Απλώσατε πουτάνες στο Μεταξουργείο
ντάλα μεσημέρι χωρίς δέντρο – πού
θα σκαλώσετε χωρίς τοίχο –
πού’ ρθατε εδώ να ακουμπήσετε
Αγανακτισμένοι Πολίτες
και θρησκευτικοί παράγοντες τα βρήκανε.
Οργανωθήκανε. Αγόρασαν μπιτόνια. Και βενζίνα.
Θα σας καταβρέξουν. Θα σας κάψουνε λέει.
Σα τυφλοπόντικες λέει.
Κλούβες με κωλομπαράδες αστυνομικούς
ματάκηδες ανίκανοι οι Γιατροί των Ηθών
μουνόψειρες κάνουν σουλάτσο τη μέρα στο μυαλό σας
λευκόρροια στον ύπνο οι τσιλιαδόροι
– ποιανού το μέρος παίρνουνε
Εδώ καίμε τις μάγισσες.
Γαμάμε τις πουτάνες.
Η αφίσα του Καραμανλή
τα μάτια σας καμιά φωτογραφία
κλωστές από κεντήματα
περούκες καραφλές μελανιασμένες ρόγες
εξώσεις σφίγγουν τα μαλλιά και το λαιμό
δένουνε χέρια και πόδια στα κρεβάτια
εσάς και εμάς μαζί
ο τρόπος κι η ταρίφα αλλάζει
ο τόπος και το όνομα αλλάζει
Στη Λάρισα 40 βαθμοί
εδώ στο σταυρό ο ήλιος.

Κατερίνα Γώγου

Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2018

Λέω να μείνω


Δεν θέλω να φεύγουμε
το φωνάζω δυνατά για να το ακούσουν αυτοί που μένουν
για να μετρηθούν καθώς θα αναρωτιούνται
ποιοί είναι συτοί που ήδη λείπουν
ανάμεσά τους

τί τρόμος αλήθεια
και τί χαλασμός για τις συνειδήσεις
που όλα τα έχουν δεδομένα
κεφάλια καρφωμένα στη γη
με τα σκουλήκια κατάματα

όμως τα σώματα
σφαδάζουν στον αέρα δεμένα απ' τα κεφάλια
και ζουν και ανασαίνουν
και έχουν μάθει να χαίρονται και να λυπούνται
κολυμπώντας στον φόβο

εν τω μεταξύ γεννούν

έτσι γεννήθηκα κι εγώ
για να μάθω από τον ποιητή ότι
τίποτα το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο

και αν φύγω δεν θα μπορέσω
ποτέ να ξεφύγω
από την ετερογονία μου
που μου έχει ήδη ακυρώσει
για πάντα το μηδέν


το μηδέν και το άπειρο
είναι ήδη πίσω μου

και το αλλού θα είναι μεταμφιεσμένο εδώ
μεγεθυμένο από τη φυγή

λεω να μείνω
και στεγνός από ύπαρξη
να στοιχειώνω τις ανάπηρες βεβαιότητες
σε ένα σιωπηλό παιχνίδι μαζί
με ακέραιους και δεκαδικούς ανθρώπους



Θαλερός, "περήφανα ελατήρια"

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2018

Ο ΣΑΙΝ ΖΥΣΤ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΛΑΙΜΗΤΟΜΟ

Τι βλέπω; Όλος ο καλός και φιλοπρόοδος λαός
στην ώρα του· πάντα στην ώρα του·
πάντα εδώ και τώρα, έτοιμος να διεκδικήσει
την ευτυχία του – αν λέει κάτι αυτή η λέξη,
αν δεν είναι άλλη μια λέξη για την κόλαση.
Κι εγώ που έλεγα πως μετά τους Ρωμαίους
ο κόσμος άδειασε από βαρβάρους. Ο Σπινόζα
παραήταν αισιόδοξος –αν και όχι
δίχως κάποια δόση φιλοσοφικής μελαγχολίας–
όταν χαρακτήριζε –αν και όχι δίχως κάποια δόση
αφιλοσόφητης απελπισίας– το δυσαρεστημένο πλήθος
τελευταίους των βαρβάρων. Εγώ απλά
δεν μπορώ να πιστέψω πως υπήρξατε ποτέ ζωντανοί,
με σάρκα και αίμα και το απαραίτητο σκοτάδι
για την επιβίωση αυτού του ενοχλητικού κατοικίδιου,
που φωνάζουμε ψυχή, όταν γαυγίζει μες στην νύχτα.
Μάλλον μου φαίνεστε κάποιο είδος
σκιών, που τρέχουν πίσω απ’ την Εκάτη,
επιμένοντας πως η λύση στο μαρτύριο της ζωής
είναι πάντα το μαρτύριο της ζωής,
επειδή τάχα το σύμπαν ξέρει τι κάνει,
Πλάτωνος θέλοντος και θεού επιτρέποντος.
Ξέρει; Ρητορικό είναι το ερώτημα.
Μην δίνετε σημασία. Τι άλλο θα μπορούσε
να κάνει ένας απόμαχος –μέχρι θανάτου– επαναστάτης
από φιλοσοφία; Παρεμπιπτόντως, δεν θ’ απορούσα
αν στο μέλλον όλοι οι επαναστάτες
άρχιζαν την καριέρα τους φιλοσοφώντας.
Ένα κεφάλι πέφτει δυσκολότερα όταν είναι γεμάτο
ασαφή επιχειρήματα. Μέχρι να βρει τον δρόμο του
ο φιλοπρόοδος λαός, ανάμεσα στην ψεύτικη αλήθεια
και το αληθινό ψέμα, ο τύραννος έχει διαφθείρει
την παρθένα –κάθε φορά απ’ την αρχή– Ιστορία.
Τις περισσότερες φορές πεθαίνει γεμάτη αλκοόλ
και αφροδίσια νοσήματα σε κάποιο καταγώγιο
γι’ ανέργους και πόρνες. Πώς εμφανίζεται πάλι
διεκδικώντας την αθωότητά της
σε μια υποβαθμισμένη συνοικία του σύμπαντος,
γεμάτη βιαστές, διαφθορείς
και άλλους ευυπόληπτους πολίτες,
πραγματικά δεν το καταλαβαίνω.

Σας ζάλισα με την φιλοσοφία, αλλά...
αυτοί –οι εραστές της διαύγειας–
είναι ικανοί να πετούν ανέργους
στις διερχόμενες άμαξες, για ν’ αποδείξουν
πως μόνον ο άνθρωπος μπορεί να είναι εδωνά, Dasein –
σαν κραυγή Πρώσου μισθοφόρου δεν ακούγεται;
Κρίμα το άλογο! Ο αμαξάς; Ποιος νοιάζεται! Η κοινωνική
τάξη βρίσκεται στην φύση των πραγμάτων,
–κάτι σαν αίμα ή νερό ή λήμματα–
και δεν δανείζεται από το ανθρώπινο πνεύμα
παρά την μέριμνα να μπουν τα διάφορα υλικά
στην θέση τους, όπως έγραψα κάπου...
Ειρήσθω εν παρόδω,
θα είχατε περισσότερες πιθανότητες
να σταθείτε ειλικρινείς απέναντι στο ζώο σας
και τα ενοχλητικά όνειρά του,
αν με καταδικάζατε για την μανία μου να γράφω.
Θέλω να πω... Αφήστε το· δεν βγάζεις άκρη
με τις λέξεις. Του κεφαλιού τους κάνουν,
έτσι κι αλλιώς. Μόνο που δεν κινδυνεύουν να το χάσουν,
όσα κεφάλια κι αν χαθούν, προσπαθώντας
να διασχίσουν τον έρημο, στεγνό,
υπόκωφο, αρχαίο, τόπο των ονομάτων.
«Ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα», σας έλεγα.
«Όχι εμένα», λέγατε. «Εγώ δεν είμαι εχθρός
της επανάστασης. Είμαι...»
και η ακατοίκητη εκείνη αμηχανία
έπεφτε σαν λεπίδα στον λαιμό σας.
Εν πάση περιπτώσει· κάθε σιωπή
–αμήχανη ή πολυμήχανη– ματώνει·
με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Ιδίως
όταν οι καιροί απαιτούν κραυγές.
Ιδού, λοιπόν, πώς φτάσαμε ως εδώ.
Πάει καλά. Ελπίζω ο κέρβερος να έχει βρει
μια καλύτερη δουλειά –καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας
σε οποιοδήποτε ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο,
ή έμμισθος εθελοντής σε οποιαδήποτε
οργάνωση υπεράσπισης της διαφορετικότητας–
αλλιώς πάλι μπροστά σας θα με δείτε
και πάλι εδώ θα κριθεί η περιβόητη λεπίδα της Ιστορίας.
Κοίταξε γύρω σας: πώς θα μπορούσε κανείς να ξεχωρίσει
τον επαναστάτη από τον πρώτο τυχόντα διαφθορέα;
Έχουν κι οι δυο την συνήθεια να κοιτάζουν μπροστά:
φιλανθρωπία ή δίψα για κερδοφορία, το ίδιο κάνει.
Τώρα ή έπειτα, σήμερα ή αύριο οι ιδέες εξαπατούν:
η ρυπαρή προσπάθεια του Λόγου να κρύψει
τα ελατήριά του. Υπάρχει μόνο ένα είδος
ειλικρινούς φιλοσόφου μετά τον Διογένη: ο παλιάτσος -
έγραψα μάλιστα κι ένα μικρό θεατρικό γι’ αυτό.
Ποιο τ’ όφελος; Ο Μολιέρος είχε δίκιο τελικά:
οι άνθρωποι προτιμούν να είναι κακεντρεχείς παρά γελοίοι.
Κι έτσι, έξω από το θέατρο: το θέατρο!

Εμπρός, ας τελειώνουμε. Έχω δουλειά –
εκεί κάτω ή εδώ πάνω, το ίδιο κάνει.


Γιώργος Μπλάνας

Δευτέρα 25 Ιουνίου 2018

Ο αρχαίος ρομαντισμός των άστρων


Λέω να μην μαζέψω τις λάμπες
να τις αφήσω να ωριμάσουν, να πέσουν μόνες τους

και να χαθούν μια για πάντα

Έτσι θα αφήσω τα αστέρια
ανενόχλητα από τον ημιμαθή Διαφωτισμό

να διακτινίζουν τον αρχαίο τους ρομαντισμό
στις σιωπηλές μου νύχτες






Δευτέρα 21 Μαΐου 2018

Αγάπη κάτω από τη γη


Τραμπουκομάνα Σαλονίκη
μ’ άδεια καλάζνικοφ σ’ εκδικούνται
παλιννοστούντες συμμορίτες απ' την Οδησσό
στην άκρη των χειλιών σου ιδρύεται η Εχθρική Εταιρία
πάνω σε νεοορθόδοξα τρίκυκλα τ' άμφια αλωνίζουν
και μ' εξαπτέρυγα σιρίτια βαράνε μπαλωθιές
ροπαλοφόροι αγιογδύτες
βαρόνοι θεσμικοί
η αγάπη μου για σένα είναι κάτω απ' τη γη
ναι, η αγάπη μου για σένα θα' ναι πάντα
κάτω απ' τη γη"



Γιώργος Πρεβεδουράκης, "Κλέφτικο"

Παρασκευή 6 Απριλίου 2018

Η οντολογία του ποιήματος


Ένα ποίημα είναι αυτό το παραπάνω από


τις ατάκτως ερριμμένες λέξεις μιας παρτίδας σκραμπλ


ή μια συνταγή μαγειρικής


διαβάζοντας ένα ποίημα θα πρέπει


να χάνεις τα όρια μεταξύ παιχνιδιού και δραματικού διαλόγου


να χορταίνεις με τις λέξεις


και συνάμα να βυθίζεσαι σε μια βαθιά και αινιγματική συγκίνηση






Κυριακή 18 Μαρτίου 2018

Του χρόνου ΙV


ο Χρόνος ετοιμάζεται να τινάξει τον βαρύ χειμώνα για να αλαφρύνει το πέπλο της φύσης, θα χαϊδέψει τους βοριάδες με τις ανοιξιάτικες βροχές ως ξεπροβόδισμα, θα ψιθυρίσει στη θάλασσα τον ύμνο των κουρασμένων δελφινιών, θα απλώσει στη γη την πολύχρωμη γονιμότητα και θα ξαποστάσει με τη φλογέρα του Πάνα χαμογελώντας στα αποδημητικά πλάσματα, ακούραστος χαράκτης σωμάτων και πραγμάτων, κι εμείς θα κάνουμε όσα δεν κάνει ο Χρόνος, θα αλλάξουμε τα καλύμματα στην καθεστηκυία τάξη, θα φορέσουμε κοντά σορτσάκια στις πολυκατοικίες, θα ξαποστείλουμε βρίζοντας την ώρα που θα χαθεί από την αλλαγή της ώρας, θα ανανεώσουμε το μίσος στη δουλειά, θα αερίσουμε τις νοτισμένες μας συνάξεις, θα μαζέψουμε τα πτώματα από τις θάλασσές μας, θα κλωτσήσουμε τα πεσμένα νεράντζια, θα ξεσκονίσουμε με νόημα τον Οδυσσέα του Τζόυς, θα φιληθούμε στο στόμα για να αντλήσουμε κάτι από την περιρρέουσα ευεξία και θα αποπειραθούμε για μια ακόμη φορά να καρατομήσουμε τη δυσμένεια του μέλλοντός μας, για να κριθούμε, εντέλει, και πάλι από εκείνα τα δικά μας βλέμματα, εκείνα που καρφώνονται πάνω μας μέσα από τις παλιές φωτογραφίες, βλέμματα σαν τις προσδοκίες μας που γλιστράνε μέσα από τις ανοιχτές μας χούφτες αφού δεν τις κλείνουμε, αφού δεν σφίγγουμε τις προσδοκίες στη γροθιά μας...



Από τα "Περήφανα Ελατήρια"

Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2018

Περήφανα ελατήρια



Για επαφή: thalerosk@gmail.com

*η συλλογή κειμένων μαζί με το cd κυκλοφορούν χέρι με χέρι χωρίς αντίτιμο και με ελεύθερη οικονομική συνεισφορά (στο πλαίσιο του εγχειρήματος της "συντεχνίαςσπλην": syntexnia.net). Μόλις εξαντληθεί η φυσική και διαζώσης διανομή το έντυπο υλικό θα ανέβει στο διαδίκτυο. Το cd υπάρχει ήδη στο διαδίκτυο στο κανάλι του Θαλερού στο youtube.

Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2018

Ο κόσμος ως πρόσχημα


Μια ομάδα ανθρώπων θέλησε να αλλάξει τον κόσμο
να καταργήσει τις προσβολές, τους εκβιασμούς,
τα προσχήματα και την αδράνεια


Ο κόσμος τοποθετήθηκε απέναντι στην ομάδα
γιατί θέλει αυτός να αποφασίσει αν θα αλλάξει
και δήλωσε ότι αν αποφασίσει ότι θέλει
θα το κάνει με τους δικούς του όρους


Θεώρησε ότι προσβάλλεται
κατηγόρησε την ομάδα για εκβιασμό
και με όλα αυτά έντυσε το πρόσχημα της αδράνειάς του


Έκτοτε, η επιλογή είναι ξεκάθαρη:


ή θα είσαι με την ομάδα που θέλει να αλλάξει τον κόσμο
ή θα είσαι ο κόσμος που χωρίζεται από την ομάδα
με πρόσχημα την υπεράσπιση του δικαιώματός του να αλλάξει ή όχι


Κάθε σύγχυση μεταξύ των δύο αυτών επιλογών είναι επιτηδευμένη




Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2018

(και γιατί;)


Παγωμένη μια μέρα άνοιξε
συνοπτικά και κοιτώντας η ώρα να περάσει
αφηγήθηκε μικρούς υπαίθριους περιπάτους

πιό σιγά...
μπορεί να πάει προς τα πίσω;

θέλω να πω πως κάπου εκεί
(μου διαφεύγει το μέρος ακριβώς)
μα κάπου είχαμε μία παύση
ξαπλώσαμε ανάσκελα
μετά μπρούμυτα
και μετά ανοίξαμε το τάπερ
μιλούσαμε πολύ αραιά
και τρυφερά
όπως πιέζεις με το δάχτυλο
τη ζύμη για να δεις αν φούσκωσε
αγγίζαμε το βάθος του άλλου
κι εκείνο, αν ήταν έτοιμο, επανερχόταν

ξαφνικά
γίναμε μικροί κόκκοι άμμου
στα μεγάλα μποφόρ
ακούγαμε μόνο βουητά
και βλέπαμε κουνημένα χρώματα
αναποδογυρίσματα και κρύο
πέφταμε με φόρα πάνω στα πάντα
τα σώματά μας διέγραφαν το σφύριγμα του ανέμου
και τρέχαμε χωρίς να μπορούμε καν να κουραστούμε
χωρίς να μπορούμε να σταματήσουμε

η ώρα άμα της βάλεις λίγο αυγουλάκι με το πινέλο
θα σκουρύνει πάνω στη λεία της ράχη
κι εσύ θα νιώθεις πως όντως της τράβηξες λιγάκι
τ αυτάκι πως όντως παραείναι ζαβολιάρα

στην ιστορία μας λοιπόν υπάρχουνε κοιλιές
μεγάλες άβολες παύσεις και πόζες αμηχανίας
υπερβολικές γκριμάτσες σωτήριες επαναλήψεις
λάθος βλέμματα και αρρυθμίες

τι θάτανε το παζλ χωρίς τις άκρες του;
ένα ανεξάντλητο μαρτύριο, ένα χωρατό
σίγουρα κάτι χωρίς νόημα
κι άχρηστο

ποιος θα άντεχε άραγε ένα παζλ χωρίς άκρες;

Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2017

Στη Μυτιλήνη, Φθινόπωρο 2017


Για να το διαβάσεις/κατεβάσεις, εδώ

Για επικοινωνία: klakson@espiv.net

Περιστολής

Από τον λόγο της περιστολής
στην αυτοπεριστολή του λόγου

από τα blog των φλύαρων υπαρξιακών αναζητήσεων
στο facebook των συμπτυγμένων ασκήσεων απεγνωσμένης αναγνωρισιμότητας

κι από το twitter των 280 χαρακτήρων του αχαρακτήριστου εξυπνακισμού
στο instgram της απόλυτης ανυπαρξίας λόγου

κι ύστερα θα ανακαλυφθεί η καινούργια νοηματική γλώσσα
για κωφάλαλες συνειδήσεις

έρμαιων του πιο χυδαίου θετικισμού
και της ακόμη πιο χυδαίας μεταπρατικής κοινωνίας

Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 2017

Αυτό να πεις


Εμείς κατά τους Φιλισταίους οι διεφθαρμένοι
για μερικούς οι φωνακλάδες
και γι’ άλλους πολυεδρικοί
σ’ εποχή εκπτώσεων αλλάζαμε το νου μας
και το δέρμα του παίρναμε τους ίσκιους
απ’ τα δένδρα, ντυνόμαστε κι όλο τέτοια
κρούσματα κι επεισόδια με τα φωνήεντα.

Το εκκρεμές αόμματο μια εκεί μια εδώ
σφάζοντας τη γενιά μας τον ένα τον άλλο,
μετά που μετρηθήκαμε είμαστε πάλι δυο,
εσύ, εγώ
μα τώρα μόνο για σένα λένε οι σατανάδες.

Λοιπόν, σα θα γράφεις τη μερίδα μου,
σε πινακίδες υποθέτω λεωφόρων,
μην ξεχνάς που τον ρεζίλεψα τον ήλιο τους
κάτω απ’ τα τείχη να τον σέρνω τσίτσιδο
πίσω από ’να δίτροχο
εγώ, που μου πήρανε την Βρισηίδα.

Μην ξεχνάς, σε μια ριξιά στο ζάρι τα ’παιξα όλα
πες για το τίποτα στο έτσι,
ακόμα και τον κλήρο μου στην ονειρούπολη
ίσα να δω που ο θυμός μου μαργαριτάρι άφωνο
γίνεται σύννεφο κι ύστερα χειροβομβίδα.

Να πεις κι αυτό για μένα: ήτανε ποταμός
σαράντα οργιές του βάθους που κύλαγε ίσα πάνου
μόνο σα ξέρασε τη λύσσα του απόθανε.

Αυτό να πεις σα βραδιαστούνε
και χάσουνε το δρόμο τους οι πολυεδρικοί
οι φωνακλάδες
οι διεφθαρμένοι.

Έκτωρ Κακναβάτος, από τη συλλογή “Οδός Λαιστρυγόνων” (1978)

Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2017

Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017

Όχι

Όχι
δεν στέρεψες και δεν ορφάνεψες
Ναι
έχεις πιάσει τη ζωή από τα κέρατα
και μερικές φορές δεν έχεις πού να την αφήσεις

περπατώ στις ερωτήσεις σου
για την αγάπη και τα σκοτάδια
και τα "πώς γίνεται;"
και νιώθω την αγωνία
να λούζει το κεφάλι τους

δεν σε ξέρω για να πω ότι
θέλεις να είναι αλλιώς, θέλεις
την αγάπη ένα κατώφλι που μια φορά
όποιος το περνά ποτέ δεν σε ποδοπατά
θέλεις και το σκοτάδι σου όμορφο
και καλοφόρετο να τυλιχτούν

μα η αγάπη ζει με τους τρόπους
κι αυτών που δεν την έχουν μάθει
και το σκοτάδι σου μπορεί
λίμνη μαύρη να λιώνει τα κουράγια

χαίρομαι που μ' ακούς να πασαλείβω
το σώμα μου με ματωμένους στίχους
τις νύχτες που πετάω μακριά
τα ιδρωμένα σεντόνια και ανακάθομαι
αμήχανος απέναντι στο ήσυχο σκοτάδι

να ξέρεις ότι οι ίσκιοι μου τις νύχτες
δεν απαγγέλουν αλλά κοιμούνται
στη ντουλάπα περιμένοντας
τον δικό τους ήλιο να τους αναστήσει

κρίμα που δεν μου έγραψες τότε
που θα εξόριζες  τους πεταμένους
έρωτες και τους χαμένους συντρόφους
στις ληγμένες διαδρομές των εισιτηρίων

ίσως θα πρέπει να τους αφήσεις
στα σημειώματα, στα γράμματα, στα νεύματα
κάπου στο αγαπημένο σου συρτάρι
μακριά από τα εκκαθαριστικά της εφορίας

Α! Δεν καπνίζω... μη γίνεις στάχτη

και μην ξεχάσεις το ραντεβού μας στο σούρουπο



Θαλερός


Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2017

Με πορφύρωσαν



Και είχαν πένθος σκοτεινό
δυσανάλογο.
Ήταν χιλιόμετρα λινού υφάσματος
που βάζαν όρια
καρφιά
μετά τ΄ αφήναν.

Και ρίχναν άγκυρες
Νερά που ζεματούσαν.

Της αγάπης τα αίματα




Θεοδοσία Μαρινούδη

Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017

Στον αστερισμό των εγκλίσεων και των χρόνων του ρήματος «Έρχομαι»



"Που λέτε, μια ολόκληρη ζωή σχεδόν
από τον ένα άνυδρο και φυσικά παντέρημο πλανήτη στον άλλο και στον άλλο του μεγάλου αστερισμού των εγκλίσεων και των χρόνων του ρήματος: έρχομαι.
«Έρχομαι» μου ’λεγαν δηλαδή (έγκλιση οριστική και χρόνος Ενεστώς)
κι έπειτα «Ερχόμουνα» (σε Παρατατικό) «μα μ’ έπιασε η βροχή».
«Ήρθα» σε χρόνο Αόριστο «αλλ’ είχες φύγει πια» «θα ’ρθω και πάλι αν κατορθώσω» (Μέλλων).


Και μ’ όλα τ’ «αν», τα «θα» και τα «αλλά»
που συνοδεύαν Παρατατικό, Αόριστο και Μέλλοντα
είχα μια απεριόριστη πεποίθηση –πιστέψτε με–
(ήτανε χρόνοι Οριστικής – πώς ν’ αμφιβάλλεις;)
Αν και τότε ακόμα ο ερχομός τους
έμπαινε πια σε πλαίσια ιστορικά
μιας δηλαδή κατά το μάλλον κι ήττον πιθανής αφίξεως.

Ο Παρακείμενος με τον Υπερσυντέλικο
δε μ’ έπεισαν ποτέ βεβαίως.
Σε τι θα μ’ ωφελούσε άλλωστε;
Χρόνοι παρωχημένοι κι άσχετοι τελείως
με το τώρα ή το αύριο
που σε κάνουν παρανάλωμα.
«Έχω έρθει» κι «είχα έρθει»
Τ ό τ ε, μ’ άλλα λόγια
Και;
Το ζήτημα ήταν, τ ώ ρ α, τι γινόταν.
Τίποτα δε γινόταν, σήμερα τ’ απόγευμα
το βράδυ έστω αργά.
Οι χρόνοι της Οριστικής
τελειώσανε και κλείσανε
στο «τότε», στο «αν», στο «θα» και στο «αλλά».

Μετά οι σαθρές της Ευκτικής
και τόσο λίγο προσιτές ελπίδες
(να ’ρχόσουνα, να ’ρχόσουν και τι να ’ταν!)
Ουσιαστικά στηρίχθηκαν
στ’ ανύπαρκτα ερείσματα της Υποτακτικής:
«Αν έρθω»… «όταν έρθω»… «για να ’ρθω»…
Υποθέσεις δίχως θέσεις κι αποδόσεις·
σύνδεσμοι χρονικοί και τελικοί
χωρίς σκοπό, μετέωροι στο χάος του αορίστου
που διά μέσου τους μοιραία οδηγήθηκα
στης Προστακτικής τις παραισθήσεις.

Μ’ άλλα λόγια, ό, τι δεν ήταν εφικτό
με την Οριστική, την Υποτακτική
την Ευκτική (ναι, Θεέ μου, τόση ευχετική!),
είχα την ψευδαίσθηση ότι θα το πετύχαινα
προστάζοντας: «Να ’ρθεις. Ξεκίνα.
Είναι τέσσερις. Στις πέντε να ’σαι εδώ».

Ενώ η Προστακτική δεν είν’ επίτευξη·
πρόκειται για μια μονάχα ακόμα φαντασίωση
που διαρκεί ως τις πέντε, έξι το πολύ.
Περνάει καμιά φορά στις ικεσίες:
«ελέησον και σώσον, έλα» λόγου χάριν
και σε λίγες περιπτώσεις μόνο
λίγων τυχερών
γίνεται κυριολεκτική.
Μα ποιοι ’ναι κείνοι που προστάζουν
δίχως την ψευδαίσθηση μονάχα πως προστάζουν;

Στις νόθες καταστάσεις του Απαρέμφατου
προσπάθησα ένα διάστημα μετά
να βρω μια διέξοδο.
Μα τι σημαίνουν άραγε το «ιέναι» και το «ελθείν»;
Ότι έρχεσαι, ότι ήρθες, να ’ρχεσαι, να ’ρθεις,
ίσως και να ’ρχόσουνα, να ’ρθεις; αν έρθεις.
Γύριζα πλησίστιος στους υποθετικούς και τελικούς συνδέσμους
πάλι μ’ άλλα λόγια στα φαντάσματα της Υποτακτικής
και λίγα βήματα πιο πέρα
προσγειωνόμουνα γυμνός κι αμέτοχος
στης Μετοχής την μπλόφα:

ερχόμενοι κι ιόντες
εληλυθότες –α! ναι!- κι ελθόντες:
εκείνοι που έρχονται και θα ’ρχονται
μα θα τους πιάνει πάντοτε η βροχή στο δρόμο

που ήρθανε,
που θα ’ρθουν αν μπορέσουν πάλι.
Τέλος, όλοι κείνοι
που ’χουν κι είχαν έρθει
όταν οι πλανήτες των εγκλίσεων
και των χρόνων του ρήματος «έρχομαι»
όλοι τους, όλοι τους
μ’ είχανε κλείσει έξω απ’ την τροχιά τους.


Σταύρος Βαβούρης

Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2017

Μην ξεχνάς...



Μην ξεχνάς, σε μια ριξιά στο ζάρι τα ‘παιξα όλα μου
πες για το τίποτα, στο έτσι,
ακόμα και τον κλήρο μου στην ονειρούπολη
ίσα να ιδώ που ο θυμός μου μαργαριτάρι άφωνο
γίνεται σύννεφο κι ύστερα χειροβομβίδα.
Να πεις κι αυτό για μένα: ήτανε ποταμός
σαράντα οργιές του βάθους που κύλαε τα ίσα πάνου
μόνο σαν ξέρασε τη λύσσα του απόθανε.
Αυτό να πεις σα βραδιαστούνε
και χάσουνε το δρόμο τους οι πολυεδρικοί
οι φωνακλάδες
οι διεφθαρμένοι.


Έκτωρ Κακναβάτος

Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2017

Δαπανήθηκα

Δαπανήθηκα στις λόχμες
μες στην επιθυμία να μυρίσω δυνατά
έτσι που να ξεκαθαριστεί το αμάρτημα.
Έσπειρα πράσινα γυαλιά στους τάφους του χόρτου
και θέρισα ολοχρονίς θέρισα ματιές από μάτια
μίσους ήχους στον αγέρα
λαχανικά της λησμονιάς στο αναψυκτήριο
ένα παλιό εικόνισμα τους Ναπολεοντείους πολέμους
και την αγάπη μου αγάπη μου του πυρετού
στην καρδιά μου στο ξενοδοχείο
στο φως στο χιόνι στον πλυμένο μου σταυρό.
Τραλαριαλό τουλίτ λο.
Πότε θα μαζέψω τον εαυτό μου κομματάκι – κομματάκι;
Ποτέ δεν θα μαζέψω τον εαυτό μου κομματάκι- κομματάκι.

Γιώργος Μακρής


*Ο Γιώργος Μακρής γεννήθηκε το 1923 και αυτοκτόνησε το 1968. Υπήρξε εξέχουσα μποέμ φιγούρα των πνευματικών αναζητήσεων των δεκαετιών ΄60 και ΄70. Ο Γιώργος Μακρής εκφράστηκε με όλα τα είδη του λόγου, αλλά όσο ήταν εν ζωή δεν δημοσίευσε τίποτε από το δικό του πρωτογενές έργο. Υπήρξε αρχισυντάκτης του πρωτοποριακού περιοδικού « πάλι». Στο ίδιο περιοδικό βρίσκουμε μια μετάφρασή του της « Ηλιόπετρας » του Οκτάβιο Πάζ, αλλά και άλλες μεταφράσεις. Επίσης γνωστή και άξαφνη είναι η προκήρυξή του για την ανατίναξη των αρχαίων μνημείων με πρώτο την Ακρόπολη

Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

Ποιητική συνταγή

Πάρε δυο σύγνεφα· μια λίτρ’ αγέρα
δροσιάς δυο γράνα και μια φλογέρα


τρεις τόνους Πίνδο· τέσσαρους χιόνι
μια λίτρ’ ανάσαση και ένα αηδόνι, 


δεμάτια τέσσερα δάφνες, μυρτούλες
ράσα· ξεσκλίδια· γύφτους· αυγούλες


πέντ' έξι σήμαντρα· γλαν γλαν καμπόσα
χιλιάδες κύματα· Όλυμπο και Όσσα


κρεβάτια· γαίματα· σάπια κουφάρια
αστροπελέκια· σκύλους και ψάρια.


Ένα ξεφτέρι· δυο πήχες ράμμα
καμπόσα δάκρυα μέσα σε γράμμα


λαψάνες· λάπατα και καυκαλίδες
περικοκλάδι και τσουτσουμίδες.


Δυο δράμια άγρια, σκληρά σκουλήκια
βροντές· βοριάδες· ρόδα και φύκια

αϊτό κλωσούρα, δέκα φλοκάτες

δυο ραμπαούνια· μάτια πινιάτες

μία νυχτερίδα, μία χελώνα
νιόνυφη άνοιξη· προεστό χειμώνα

βλαστήμιες άπειρες· σάρκα καμπόση

και νεκρολούλουδα χορτάτη δόση.


Αχτίδες, σάβανα και έρμα πλάγια
ένα βρικόλακα· μια κουκουβάγια

έναν Αλήπασα· καντάρι τρέλα...

Σε μια θεόχτιστη ρίξ' τα παδέλα


ύστερα κρούσταλλο ρίξε νεράκι,

βρυσούλας γέννημα... ή και απ' αυλάκι.


Πέσε τ' ανάσκελα και πίθωσέ τα

στα έρμα στήθια σου και βάσταέ τα.


Φύσησε, φύσησε στα σωθικά σου,

καμίνι άναψε μες στην καρδιά σου.


Άσ' την παδέλα να πάρη βράση, 

μονάχα πρόσεχε να μη σου σπάση.


Ας πάρη μπούρμπουλα μονάχα τρία,

και είναι έτοιμο μ' επιτυχία


γιαχνί αθάνατο, ποιητικό...

Κένωσ' το, κένωσ' το ζεστό ζεστό


σε αλαβάστρινο σκουτέλι ή πιάτο...

και πες του κόσμου: Κόπιασε, φά το.


Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2017

Αλήθεια;


Ένας άνθρωπος περπατάει μαζί με τον διάβολο και βλέπει κάποιον άλλο να μαζεύει κάτι από τον δρόμο. Ρωτάει λοιπόν τον διάβολο «Τι μάζεψε αυτός από κάτω;». Του απαντάει εκείνος: «Μια μικρή αλήθεια». Τον ξαναρωτά τότε «Δεν φοβάσαι;», και του απαντά ο διάβολος «Όχι, θα τον βάλω να την οργανώσει».


Κάτι από τα πεζά κείμενα του N. Kαρούζου

Παρασκευή 14 Ιουλίου 2017

Δάχτυλο

Πάνω στην εκκολαπτόμενη μέρα
της αϋπνίας, ο κόκορας και οι καμπάνες
κι ο ρόγχος του βουνού στεγνώνουν
τις πιτζάμες τους
Μικρά ζευγάρια μάτια χωμένα στο βουνό
αρνούνται να παραδοθούν, να μοιραστούν τον χώρο τους
να παίξουν
Ο ήλιος ανατέλλοντας εξαφανίζει την πόλη κάτω απ τις
ακτίνες του
Όλα μοιάζουν με ομιχλώδη, ακαθόριστη κατεβασιά

Σήμερα η σκέψη κινείται γύρω απ το δάχτυλο καθαυτό
η σκέψη είναι το δάχτυλο, είναι μέσα του
εφάπτεται στο ανάγλυφο δέρμα, ακολουθεί τα αποτυπώματα
εξαντλείται μετέωρη στην κορυφή του
Πόσες φορές το δάχτυλο στερήθηκε την υλική του υπόσταση
τους παλμούς, τη γεύση του, το τρέμουλό του
εξ αιτίας αυτού που έδειχνε;

Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Τρίτη 16 Μαΐου 2017

Φάρος

Αν θέλαμε να ρίξουμε μια βάρκα
στην στεριά και να την βάψουμε
κανελί και να την γδάρουμε
σαν γιαούρτι
θα παίρναμε μια σούμα
του αχταρμά μας
παράταιρη και ξεχαρβαλωμένη
θα την αφήναμε να βράσει
στις πράσινες όχθες των πάγων που λιώνουν
και κοχλάζοντας βρίσκουν την θάλασσα

Ύστερα θα πρεπε λίγο να σκεφτούμε γι αυτή τη βάρκα
τόσο ύστερα ώστε να μην υπάρχει εκείνη πια
ως τέτοια για να μπορέσουμε κατόπιν να την σκεφτούμε όντως
και να την πεθυμήσουμε..

Δευτέρα 8 Μαΐου 2017

Παπούτσια στο χωλ

Το ασύλληπτο της υπόθεσης
είναι πως τα ερωτήματα θα τεθούν κάποτε.
Όχι από οθόνες. Αλλά από αληθινά στόματα και χέρια.
Εκστατικά κι αδιαμεσολάβητα. Τσεκουράτα.

Φερ' ειπείν,
"πόσα tweets έκανες όταν σφάδαζε ο κόσμος;"
ή
"γιατί επέμενες να διαβάζεις και να πιστεύεις
και να αναπαράγεις ψέματα αφού ήξερες ότι είναι ψέματα
κι ενώ σφάδαζε ο κόσμος;"
ή
"πόσα ιδεολογικά παραμύθια εκσφενδόνισες
για να κρύψεις την πραγματική ανεπάρκεια
και την τεμπελιά;"
ή
"γιατί κατάντησες την τεμπελιά -κι άλλα πολλά-
βρισιά;"
ή
"πόσες φορές "έκανες το καθήκον σου"
μετρώντας τα λεπτά για να τελειώσει η περαίωσή του;"
ή
"γιατί δεν έκανες ακριβώς αυτό που ήθελες
γράφοντας στα παλιά σου τα παπούτσια τις νέες νόρμες
και κώδικες συμπεριφοράς που απλά αντικατέστησαν τις παλιές νόρμες
και κώδικες συμπεριφοράς;"
ή
"γιατί δεν κάθισες απλά σ' ένα παγκάκι το βράδυ
για να σκεφτείς, για να μη σκεφτείς, για να παρατηρήσεις;"
ή
"γιατί δεν παρατήρησες ποτέ; δεν διάβασες ποτέ; δεν έγραψες ποτέ;
δεν ζωγράφισες ποτέ; δεν έπαιξες ποτέ μουσική;δεν χόρεψες ποτέ;"
ή
"ΠΟΣΑ ΖΕΥΓΑΡΙΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΕΙΧΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΣΟΥ
όταν σφάδαζε ξυπόλητος ο κόσμος;"

Το ασύλληπτο της υπόθεσης είναι
πως τα ερωτήματα που θα τεθούν
είναι πια αμέτρητα.

Και τώρα, θα κόψω περήφανα
ένα κορόμηλο από το διπλανό σπίτι.
Θα σου το αφιερώσω γλάρος
με σκυμμένο κεφάλι κι έτοιμο φτερό.

Ρωτάω:
Τον ακούς τον Γκιώνη
να ρωτάει;...


Τετάρτη 22 Μαρτίου 2017

της επιστροφής

Θα καταθέσεις
θα σβήσεις
θα πεις
"δεν ήταν δικά μου"
κι αυτά τα "μη δικά σου"
έγιναν κτήματα άλλων
και σε άλωσαν.

Απλά, δωρικά, λιτά.

"Αληθινά!"
πετάγεται μια φωνή.

Όχι άλλο delete.

Και θα πεις:

Επανήλθα!

Θα συνεχίσεις όμως αναπόφευκτα
να είσαι
"έξυπνο παιδάκι που διαβάζει Καρυωτάκη"
που αρνείται πεισματικά να προφέρει
τη λέξη γκόμενα.

Τετάρτη 8 Μαρτίου 2017

Το δωρικόν τού χαρακτήρος

Γεννησιμιού μου από πέτρα και θάλασσα
γδέρνοντας το ξυπόλυτo δέρμα σε πυργόσπιτα και καλντερίμια
παίζοντας με τα βράχια πάνω σε αλαφιασμένα κύματα
κυνηγώντας την άκρη των κεραυνών με την ταχύτητα του δυνατού μου γέλιου
φιλώντας μεθυσμένη το σκληρό χώμα και χορεύοντας με τα λικνιστά φύκια
κραυγάζοντας ισοκράτες και μοιρολόγια πάνω από κολυμπήθρες και τάφους
κρεμασμένη από τους σταλακτίτες των ανεξερεύνητων σπηλαίων
με μάτια κλειστά νιώθω τον Σιρόκο κι ανιχνεύω την καταγωγή της ερήμου του
παλεύω με τους εφιάλτες γερμένη πάνω σε αρχαία ξυλόγλυπτα
μπερδεύω τη μιλιά μέσα στην οξειδωμένη γλώσσα των συντακτικών

φερμένη σε κατάφορτα μποστάνια και καπνισμένους κάμπους
με τις πατημασιές ριγμένες πάνω στο μαλακό και λασπωμένο χώμα
με μια απορημένη ακινησία στο απαλό θρόισμα του σιταριού
με τα μεγάλα πυκνόφυλλα δέντρα να κρύβουν τα παιχνίδια των αστραπών
ξαπλωμένη στο δροσερό χορτάρι ποθώντας την αγκαλιά του μονόλιθου
μουρμουρίζοντας τις μελωδίες των μελισσών στο απάνεμο των μαλλιών
ισορροπώντας στους σταλαγμίτες των παλαιολιθικών δασών
αντικρίζω τον ουρανό πάνω από τα σύννεφα βαθιά μέσα στα μάτια
παραμιλώντας σαν πεφταστέρι μέσα σε μελαγχολικό ονειροπόλημα
ακατάληπτες λέξεις από τους βρυχηθμούς μέχρι τους πυκνωτές των νοημάτων

κυκλωμένη από το λερό τσιμέντο και την τρύπια άσφαλτο και τις ασυνάρτητες κεραίες
με τα πόδια πληγωμένα από σπασμένα γυαλιά και αιχμηρά σκουπίδια
με το βλέμμα δακρυσμένο να εξατμίζεται πάνω από τις μονωμένες ταράτσες
εναγώνια ιχνηλατώντας τις συνήθειες των αστικών καταιγίδων
ανυψωμένη για να ανασαίνω τη ζωή των λίγων και μοναχικών δέντρων
αρνούμενη μια αντίστιξη πάνω στις χυδαίες μελωδίες των πλαστικών προγραμμάτων
μετεωρίζομαι στους πολυδαίδαλους υπονόμους και τα βρώμικα αντλιοστάσια
με την πλάτη στον ουρανό από συστολή για τη βλαστήμια του κόσμου
κλειδωμένη σε έναν σιωπηλό ύπνο κομμάτι θανάτου εξορισμένου ονειροκρίτη
συλλαβίζοντας τις συμβάσεις σα να ξερνάω βρισιές στον ανακριτή μου

να δώσω σχήμα στην πέτρα και τη θάλασσά μου
γδέρνοντας το ξυπόλυτο δέρμα στους σχιστόλιθους των αγαπημένων χειρονομιών
παίζοντας με τα ορυκτά των βλεμμάτων και τους αστερίες των ακροδαχτύλων
κυνηγώντας τη βροχή από σταγόνα σε σταγόνα της πιο βαθιάς συγκίνησης
γλυκά ζαλισμένη με λόγια που δραπέτευσαν από μοναχικό παγκάκι στην άκρη της πόλης
τραγουδώντας τους δυνατά αναστατώνοντας τις μεγάλες λεωφόρους του τίποτα
ραντίζοντας με βαθυκόκκινο κρασί το στόμα της μεγάλης μου σπηλιάς
χαϊδεύοντας τον αιφνίδιο άνεμο που χτυπάει τα πρόσωπα σε κάθε στροφή της διαδρομής
από το ξύπνο στον ύπνο κι από την ακροβασία στην υπνοβασία του καθεμέρα
δίνω σχήμα στις λέξεις μου για να σε συναντήσω και πέτρες στα χέρια μου για να μη σε πάρουν

από μένα


Δευτέρα 6 Μαρτίου 2017

Ψέματα;

Είπε:
Αυτός είναι ο τρόπος μου.
Ο τρόπος μου.
Δεν ξέρω κάτι άλλο και ποτέ
δεν ήξερα τίποτα
και τι να έκανα;
Αυτή ήταν και είναι η άμυνά μου.
Η ανοησία της γραφής.
ΓΡάφω
ΓΡΑΦω
ΓΡΑΦΩ.
Ξυπνάω και κοιμάμαι
μ' αυτό που έλεγε  ο αγαπημένος ερυθρογράφος:
"Γράφοντας εκδικούμαστε τα πράγματα.
Μαύρη εκδίκηση.
Κορνάρισμα στο γάμο του Καραγκιόζη".

Είπε πάλι:
"πόσο θα ήθελα να σε δω και να
καταργήσω ό,τι ξέρουμε.
Δεν χρειάζεται δα καμιά φοβερή επεξεργασία
αυτή η αλήθεια:
Κάνει κρύο ακόμα και την άνοιξη όταν
δεν μοιράζονται τα χείλη αυτό που ξέρει ο χειμώνας."

Είπε έπειτα:
"Μα καλά ρε μαλάκα
ψηφιακός στίχος;
Ούτε μισό μολύβι:"

Και απάντησε
μολύβι, 01010101, σήματα καπνού
έρωτας, θάνατος εξέγερση.

Είπε τελικά:
Πόε.
"δεν ήμουν ποτέ παιδί σαν όλα τ' άλλα"
και κοιμήθηκε.
Θα με ξεχάσεις;

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2017

της επανάληψης...


"Η ευτυχία δεν είναι τίποτα παραπάνω από καλή υγεία και κακή μνήμη."
"Γράψε μεθυσμένος, επεξεργάσου νηφάλιος."
Έρνεστ Χέμινγουει

Τόσος και τόσος κόσμος έχει πει
τόσα και τόσα για το Τίποτα
μην λέμε πάλι τα ίδια.
Και για ελπίδες και ματαιώσεις
και άλλα που επαναλαμβάνονται αέναα.

Αυτή η Κυριακή δεν θα μπορούσε να μην είναι συννεφιασμένη.
Δεν γαμιέται...
Ας ακούσουμε ένα κομμάτι από το 1998.


Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2017

της αγρανάπαυσης...

-Ζούμε ιστορικές στιγμές.
-Ναι. Κάποια στιγμή θα καταγράψουμε ό,τι καταλάβαμε.
-Πώς θα γίνει, αν απλά ξαπλώνουμε σ' αυτή τη ζεστή γωνιά;
-Είναι δική μας.
-Ζούμε ιστορικές στιγμές, έτσι δεν είναι;
-Θα περάσουμε δύσκολα και κάποια στιγμή θα καταγράψουμε.
-Μην το πεις ποτέ αυτό που σκέφτεσαι όσο και να μου άρεσε.
-Δεν θα το πω.
-Σήμερα σφάχτηκαν πάλι. Αίματα.
-Θες να χαμηλώσω τη φλόγα;
-Ο μικρός που σου έλεγα τις προάλλες κουτούλαγε στον τοίχο.
-Τι νιώθεις;
-Θέλω να φύγω. Να πάω κάπου  που να μιλάνε τη γλώσσα μου.
-Θα επιστρέψεις;
-Θα έρθεις καμιά βόλτα από κει;
-Θυμάσαι εκείνο το πρωινό;
-Πες μου τι θέλεις τώρα.
-Κάποια στιγμή θα καταγράψουμε. Θα καταγραφούμε. Προς το παρόν πάρε με μια αγκαλιά.
-Γιατί φοράς τις πιτζάμες μου;
-Για να σε μυρίζω.