Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2019

ΒΡΑΔΥΑΖΕΙ…

Μα το σκοτάδι πνίγεται
μέσ’ στις πολύχρωμες
τις φωτεινές ρεκλάμες
της Λώρεν
μιας οδοντόπαστας
και των κοιλεπιδέσμων.
Σκαρφαλώνω σ’ ένα λόφο
και ψάχνω μ’ αγωνία
στο τεράστιο εκράν τ’ ουρανού
για να βρω την «Μεγάλη Άρκτο».
Στις οκτώ είχαν δώσει
ραντεβού οι ματιές μας εκεί
Κι’ είναι οκτώ παρά δύο.

Μίμης Φωτόπουλος  

*[Υπηρέτησε το θέατρο για πέντε δεκαετίες, έπαιξε σε πάνω από 100 ταινίες. Παράλληλα ανέπτυξε και άλλα εκφραστικά μέσα, την ζωγραφική, το κολάζ, και προπαντός την ποίηση. Έγραψε εφτά βιβλία και δύο θεατρικά έργα.]

**[Κατά την διάρκεια της Κατοχής, εντάχθηκε στο ΕΑΜ, ενώ σαν μέλος του Θιάσου Καλλιτεχνών εργάστηκε για την ανύψωση του πολιτισμικού πνεύματος του λαού συγκροτώντας θεατρικές παραστάσεις σε υπόγεια θέατρα. Πολέμησε στα Δεκεμβριανά, κατά την διάρκεια των οποίων το σπίτι του κάηκε απ'τους Εγγλέζους ολοσχερώς (μαζί και με τα 2 χιλιάδες του βιβλία!), ενώ συνελήφθη κατόπιν κατάδοσης:
«Ο περίπατός μου ήτανε πάντα ως το καμένο μου σπίτι. Ένα καθημερινό προσκύνημα. Δεν ήθελα να το πιστέψω ακόμα, πως το κάψανε, νόμιζα πως όλη τούτη η ιστορία ήταν ένας εφιάλτης που θα περνούσε γρήγορα. Ξεκλείδωνα την πόρτα, (γιατί οι Εγγλέζοι τούχανε ρίξει από πάνω εμπρηστικές, κι απ’ έξω είχε μείνει σχεδόν ανέπαφο) κ’ έμπαινα στα ερείπια. Ο ουρανός έριχνε αρκετό φως, κ’ εγώ έψαχνα μέσα στις στάχτες, κι όλο ανασκάλευα μη και βρω «κάτι». Τι να ’βρισκα! Δεν υπήρχε περίπτωση να βρω τίποτα, γιατί, φυσικά, πολύτιμους λίθους, που δεν καιγόντουσαν, δεν είχαμε ποτέ στο σπίτι μας. Ωστόσο, έψαχνα, έψαχνα, έψαχνα, με μιαν ήρεμη απελπισία…]

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2019

Πώς έγινε ένας κακός άνθρωπος


Θα σας πω πώς έγινε
Έτσι είναι η σειρά
Ένας μικρός καλός άνθρωπος
αντάμωσε στο δρόμο του έναν χτυπημένο
Τόσο δα μακριά από κείνον ήτανε πεσμένος
και λυπήθηκε
Τόσο πολύ λυπήθηκε
που ύστερα φοβήθηκε
Πριν κοντά του να πλησιάσει
για να σκύψει να τον πιάσει,
σκέφτηκε καλύτερα

Τι τα θες τι τα γυρεύεις

Κάποιος άλλος θα βρεθεί
από τόσους εδώ γύρω,
να ψυχοπονέσει τον καημένο
Και καλύτερα να πούμε
Ούτε πως τον έχω δει

Και επειδή φοβήθηκε
Έτσι συλλογίστηκε
Τάχα δεν θα είναι φταίχτης,
ποιον χτυπούν χωρίς να φταίξει;

Και καλά του κάνουνε
αφού ήθελε να παίξει με τους άρχοντες
Άρχισε λοιπόν και κείνος
Από πάνω να χτυπά

Αρχή του παραμυθιού καλημέρα σας.


Ελένη Βακαλό, Του κόσμου, 1978