Πτήση.
Εκεί που συναντιέται το βουνό
με το ταξίδι του σύννεφου
δάχτυλα χορευτές ξεπροβάλλουν,
μεγαλόπρεποι ιχνηλάτες
στα δάση των επιθυμιών.
Πτήση.
Ξημέρωμα.
Ένα ξωτικό ανακούρκουδο στη νεφέλη
συναντά την ύλη
και γνέφει σε βλέμματα γεμάτα
κλειστών οφθαλμών
στο διεσταλμένο στερέωμα που αρνείται να πιεί καφέ,
στο ψιθύρισμα του κύματος.
Αχ!
το κύμα..
Αχ!
τα σώματα τα διαχεόμενα στο άπειρο.
Ή
οι φράσεις που δείλιασαν
ή οι χειρονομίες που ξεψύχησαν
στα προστάγματα των αναστολών.
Σου στέλνω τις φωτιές κατειλημένων ασφάλτων,
τους ανεξέγκτους χτύπους αυτών που αυτομόλησαν,
010101010101010101010101010101010101010101010
01010101010010010101010101010101010010101010101
0101010101001010101010101001010101010 ρε 01010101
010101010 για 010101010101010101000101010 δες 0101
0101010101001 τι είναι 010101010101010100101010010010
0101010101010101010 το 010101010101010100101000101010
01010101010 το διαδίκτυο 0101010101010101010101010
όβερ.
Κι ο φοβερός πειρασμός
είναι
η
"ώρα της ανάρτησης".
2 σχόλια:
Ω παναγίτσα μου τί πτήση ήταν αυτή;
Κι εγώ σ' αγαπώ φίλε μου, με πάσαν ελικρίνειαν. Αλλά...
Αυτά παθαίνεις όταν "πλακώνεσαι στις ρακές".
Δημοσίευση σχολίου