Τρίτη 23 Αυγούστου 2011

Όλα

κοπάζουν κοπάζουν κοπάζουν

κάνουν έλικες

κοπάζουν

στόματα, δέρμα

τριβή

κοπάζουν

μιλούν με βουητά

τεντώνονται

κοπάζουν

ψάχνουν τον ήλιο

ακουμπάνε

ξεκουράζονται

κοπάζουν

διαγράφουν κύκλους

λακκούβες με τα πόδια στην άμμο

μάτια που εξοικειώνονται με καινούργια χρώματα

κοπάζουν

πέτρες – πέτρες – πέτρες

ακούραστη βουλιμία για το αύριο

μέσα – έξω γκλιν -γκλάν

γη που μυρίζει μέλισσες

όρθιες τριχες – φόβοι

κοπάζουν

γίνονται προς τα πίσω

προς τ ανάποδα

μπαίνουν μες στην κουφάλα του δέντρου


Δεν είναι <<κάτι>>

αν δεν το θες

πέρα από ανακούφιση

της λαχανιασμένης διάρκειας

μια λαχτάρα που κυλάει αλλιώς

κι οι συγκινήσεις

-με ατόφιες τις εντάσεις τους-

κοπάζοντας

μας γαργαλούν

(μέσα απ την κουφάλα)

την φτέρνα.

Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

δεν είμαι του γούστου μου

Τα είχα βάλει με την αισθητική της εδώ και καιρό
"Μα τι γούστο είναι αυτό που έχει;" ήταν η συνηθισμένη μου απορία...

Έως ότου σκέφτηκα ότι αυτή με έχει διαλέξει...
Ότι της αρέσω
Ότι είμαι μέρος μιας αισθητικής που με απωθεί

Και έτσι, σκέφτομαι αν θα πρέπει να πάψω να κολακεύομαι όπως πριν

Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

Αγαπημένη μου

Δώσε μου τα χέρια σου να κρατήσω τη ζωή μου.
Σ’ εύρισκα, αγαπημένη,
στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων.
Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου
είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου αγαπημένη μου.

Yστερα έρχόταν η βροχή.
Mα έγραφα σ’ όλα μας τα χνωτισμένα τζάμια τ’ όνομα σου
κι έτσι είχε ξαστεριά στη κάμαρά μας.
Kράταγα τα χέρια σου
κι έτσι είχε πάντοτε η ζωή ουρανό κι εμπιστοσύνη.
Tα μαλλιά σου είναι μαύρα όπως μια νύχτα,
στο στόμα σου ανασαίνει ολάκερη η άνοιξη…

Oλα μπορούσανε να γίνουνε στον κόσμο αγάπη μου,
τότε που μου χαμογελούσες.

Στην πιό μικρή στιγμή μαζί σου,
έζησα όλη τη ζωή.

Hξερες να δίνεσαι, αγάπη μου.
Δινόσουνα ολάκερη
και δεν κράταγες για τον εαυτό σου
παρά μόνο την έγνοια αν έχεις ολάκερη δοθεί.

Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα.
Kαι τότε όλα τα βράδια κι όλα τα τραγούδια
θάναι δικά μας.

Θά ‘θελα να φωνάξω τ’ όνομά σου,
αγάπη μου, μ’ όλη μου τη δύναμη.
Nα το φωνάξω τόσο δυνατά
που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο
καμιά ελπίδα πιά να μήν πεθάνει.

Ναι, αγαπημένη μου, πολύ πριν να σε συναντήσω
εγώ σε περίμενα. Πάντοτε σε περίμενα…

Κι όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά-θυμάσαι;-
μου άπλωσες τα χέρια σου τόσο τρυφερά
σα να με γνώριζες από χρόνια. Μα και βέβαια
με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου
είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου,
αγαπημένη μου…

Αγαπημένη, σου χρωστάω κάτι πιο πολύ απ’ τον έρωτα
εγώ σου χρωστάω το τραγούδι και την ελπίδα, τα δάκρυα
και πάλι την ελπίδα.


Τ.Λειβαδίτης

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

Αυτή η κουβέρτα που τυλίγεται γύρω μου

κλείνει μέσα της

μια πρωτόγονη ζάλη κι ένα χαμόγελο σκαθαριού

όταν την βγάλω θα’ χει

την γεύση της θάλασσας και του κορμιού μου


Ευτυχώς το φεγγάρι δεν μυρίζει

γιατί θα μπορούσα να μπερδέψω την δική σου μυρωδιά με την δική του


Έτσι συνήθισα να ονειρεύομαι στιγμές

που ένα κούφιο ξύλο

θα στενάζει κάτω απ’ τα χέρια μας απ’ τον ανθρώπινο πόνο

που θα χανόμαστε στα σκοτεινά νερά

με μάτια κλειστά

και πόδια λυγισμένα,

θα λικνιζόμαστε σ’ άλλους χρόνους,

θ’ ακουμπάμε τα’ απογεύματα

μ’ ένα βιβλίο στον δυνατό κορμό μιας σκιάς

κι ο λίγος ουρανός που θα μας αντιστοιχεί

θα χει σχήμα από δάκρυ..

.. σαν κι αυτά που πέφτουν

απ’ τις συναχωμένες μύτες κοπαδιού ελεφάντων,

ενώ σαστισμένα πιο δίπλα

ένα άλογο παρακολουθεί ,

χωρίς να νιώθει

το φοβισμένο ποντίκι

που ανηφορίζει την πλάτη του..

Μπερδεύτηκες;

ναι

σ’ αυτήν την εκστατική ρουφήχτρα της φύσης

γλίστρησα και χτύπησα

τώρα πονάει το μυαλό μου.


Οι αναμνήσεις

κόκκοι άμμου σε μια κλεψύδρα

που τη γυρνάς και τη γυρνάς

πάνω – κάτω σαν παιχνιδάκι

εγώ πρέπει να βρίσκομαι

στο πιο στενό της σημείο ,

για κάθε κόκκο που περνάει

έχω μια εκπόλωση.


Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

Μαλλιάδικο

Τόπος λιτός
άγονη γη
και σκουριασμένη πέτρα

όπως η θάλασσα την άμμο
ξεκάθαρη,η λαχτάρα μου για σένα.