Τι βλέπω; Όλος ο καλός και φιλοπρόοδος λαός
στην ώρα του· πάντα στην ώρα του·
πάντα εδώ και τώρα, έτοιμος να διεκδικήσει
την ευτυχία του – αν λέει κάτι αυτή η λέξη,
αν δεν είναι άλλη μια λέξη για την κόλαση.
Κι εγώ που έλεγα πως μετά τους Ρωμαίους
ο κόσμος άδειασε από βαρβάρους. Ο Σπινόζα
παραήταν αισιόδοξος –αν και όχι
δίχως κάποια δόση φιλοσοφικής μελαγχολίας–
όταν χαρακτήριζε –αν και όχι δίχως κάποια δόση
αφιλοσόφητης απελπισίας– το δυσαρεστημένο πλήθος
τελευταίους των βαρβάρων. Εγώ απλά
δεν μπορώ να πιστέψω πως υπήρξατε ποτέ ζωντανοί,
με σάρκα και αίμα και το απαραίτητο σκοτάδι
για την επιβίωση αυτού του ενοχλητικού κατοικίδιου,
που φωνάζουμε ψυχή, όταν γαυγίζει μες στην νύχτα.
Μάλλον μου φαίνεστε κάποιο είδος
σκιών, που τρέχουν πίσω απ’ την Εκάτη,
επιμένοντας πως η λύση στο μαρτύριο της ζωής
είναι πάντα το μαρτύριο της ζωής,
επειδή τάχα το σύμπαν ξέρει τι κάνει,
Πλάτωνος θέλοντος και θεού επιτρέποντος.
Ξέρει; Ρητορικό είναι το ερώτημα.
Μην δίνετε σημασία. Τι άλλο θα μπορούσε
να κάνει ένας απόμαχος –μέχρι θανάτου– επαναστάτης
από φιλοσοφία; Παρεμπιπτόντως, δεν θ’ απορούσα
αν στο μέλλον όλοι οι επαναστάτες
άρχιζαν την καριέρα τους φιλοσοφώντας.
Ένα κεφάλι πέφτει δυσκολότερα όταν είναι γεμάτο
ασαφή επιχειρήματα. Μέχρι να βρει τον δρόμο του
ο φιλοπρόοδος λαός, ανάμεσα στην ψεύτικη αλήθεια
και το αληθινό ψέμα, ο τύραννος έχει διαφθείρει
την παρθένα –κάθε φορά απ’ την αρχή– Ιστορία.
Τις περισσότερες φορές πεθαίνει γεμάτη αλκοόλ
και αφροδίσια νοσήματα σε κάποιο καταγώγιο
γι’ ανέργους και πόρνες. Πώς εμφανίζεται πάλι
διεκδικώντας την αθωότητά της
σε μια υποβαθμισμένη συνοικία του σύμπαντος,
γεμάτη βιαστές, διαφθορείς
και άλλους ευυπόληπτους πολίτες,
πραγματικά δεν το καταλαβαίνω.
Σας ζάλισα με την φιλοσοφία, αλλά...
αυτοί –οι εραστές της διαύγειας–
είναι ικανοί να πετούν ανέργους
στις διερχόμενες άμαξες, για ν’ αποδείξουν
πως μόνον ο άνθρωπος μπορεί να είναι εδωνά, Dasein –
σαν κραυγή Πρώσου μισθοφόρου δεν ακούγεται;
Κρίμα το άλογο! Ο αμαξάς; Ποιος νοιάζεται! Η κοινωνική
τάξη βρίσκεται στην φύση των πραγμάτων,
–κάτι σαν αίμα ή νερό ή λήμματα–
και δεν δανείζεται από το ανθρώπινο πνεύμα
παρά την μέριμνα να μπουν τα διάφορα υλικά
στην θέση τους, όπως έγραψα κάπου...
Ειρήσθω εν παρόδω,
θα είχατε περισσότερες πιθανότητες
να σταθείτε ειλικρινείς απέναντι στο ζώο σας
και τα ενοχλητικά όνειρά του,
αν με καταδικάζατε για την μανία μου να γράφω.
Θέλω να πω... Αφήστε το· δεν βγάζεις άκρη
με τις λέξεις. Του κεφαλιού τους κάνουν,
έτσι κι αλλιώς. Μόνο που δεν κινδυνεύουν να το χάσουν,
όσα κεφάλια κι αν χαθούν, προσπαθώντας
να διασχίσουν τον έρημο, στεγνό,
υπόκωφο, αρχαίο, τόπο των ονομάτων.
«Ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα», σας έλεγα.
«Όχι εμένα», λέγατε. «Εγώ δεν είμαι εχθρός
της επανάστασης. Είμαι...»
και η ακατοίκητη εκείνη αμηχανία
έπεφτε σαν λεπίδα στον λαιμό σας.
Εν πάση περιπτώσει· κάθε σιωπή
–αμήχανη ή πολυμήχανη– ματώνει·
με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Ιδίως
όταν οι καιροί απαιτούν κραυγές.
Ιδού, λοιπόν, πώς φτάσαμε ως εδώ.
Πάει καλά. Ελπίζω ο κέρβερος να έχει βρει
μια καλύτερη δουλειά –καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας
σε οποιοδήποτε ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο,
ή έμμισθος εθελοντής σε οποιαδήποτε
οργάνωση υπεράσπισης της διαφορετικότητας–
αλλιώς πάλι μπροστά σας θα με δείτε
και πάλι εδώ θα κριθεί η περιβόητη λεπίδα της Ιστορίας.
Κοίταξε γύρω σας: πώς θα μπορούσε κανείς να ξεχωρίσει
τον επαναστάτη από τον πρώτο τυχόντα διαφθορέα;
Έχουν κι οι δυο την συνήθεια να κοιτάζουν μπροστά:
φιλανθρωπία ή δίψα για κερδοφορία, το ίδιο κάνει.
Τώρα ή έπειτα, σήμερα ή αύριο οι ιδέες εξαπατούν:
η ρυπαρή προσπάθεια του Λόγου να κρύψει
τα ελατήριά του. Υπάρχει μόνο ένα είδος
ειλικρινούς φιλοσόφου μετά τον Διογένη: ο παλιάτσος -
έγραψα μάλιστα κι ένα μικρό θεατρικό γι’ αυτό.
Ποιο τ’ όφελος; Ο Μολιέρος είχε δίκιο τελικά:
οι άνθρωποι προτιμούν να είναι κακεντρεχείς παρά γελοίοι.
Κι έτσι, έξω από το θέατρο: το θέατρο!
Εμπρός, ας τελειώνουμε. Έχω δουλειά –
εκεί κάτω ή εδώ πάνω, το ίδιο κάνει.
Γιώργος Μπλάνας
στην ώρα του· πάντα στην ώρα του·
πάντα εδώ και τώρα, έτοιμος να διεκδικήσει
την ευτυχία του – αν λέει κάτι αυτή η λέξη,
αν δεν είναι άλλη μια λέξη για την κόλαση.
Κι εγώ που έλεγα πως μετά τους Ρωμαίους
ο κόσμος άδειασε από βαρβάρους. Ο Σπινόζα
παραήταν αισιόδοξος –αν και όχι
δίχως κάποια δόση φιλοσοφικής μελαγχολίας–
όταν χαρακτήριζε –αν και όχι δίχως κάποια δόση
αφιλοσόφητης απελπισίας– το δυσαρεστημένο πλήθος
τελευταίους των βαρβάρων. Εγώ απλά
δεν μπορώ να πιστέψω πως υπήρξατε ποτέ ζωντανοί,
με σάρκα και αίμα και το απαραίτητο σκοτάδι
για την επιβίωση αυτού του ενοχλητικού κατοικίδιου,
που φωνάζουμε ψυχή, όταν γαυγίζει μες στην νύχτα.
Μάλλον μου φαίνεστε κάποιο είδος
σκιών, που τρέχουν πίσω απ’ την Εκάτη,
επιμένοντας πως η λύση στο μαρτύριο της ζωής
είναι πάντα το μαρτύριο της ζωής,
επειδή τάχα το σύμπαν ξέρει τι κάνει,
Πλάτωνος θέλοντος και θεού επιτρέποντος.
Ξέρει; Ρητορικό είναι το ερώτημα.
Μην δίνετε σημασία. Τι άλλο θα μπορούσε
να κάνει ένας απόμαχος –μέχρι θανάτου– επαναστάτης
από φιλοσοφία; Παρεμπιπτόντως, δεν θ’ απορούσα
αν στο μέλλον όλοι οι επαναστάτες
άρχιζαν την καριέρα τους φιλοσοφώντας.
Ένα κεφάλι πέφτει δυσκολότερα όταν είναι γεμάτο
ασαφή επιχειρήματα. Μέχρι να βρει τον δρόμο του
ο φιλοπρόοδος λαός, ανάμεσα στην ψεύτικη αλήθεια
και το αληθινό ψέμα, ο τύραννος έχει διαφθείρει
την παρθένα –κάθε φορά απ’ την αρχή– Ιστορία.
Τις περισσότερες φορές πεθαίνει γεμάτη αλκοόλ
και αφροδίσια νοσήματα σε κάποιο καταγώγιο
γι’ ανέργους και πόρνες. Πώς εμφανίζεται πάλι
διεκδικώντας την αθωότητά της
σε μια υποβαθμισμένη συνοικία του σύμπαντος,
γεμάτη βιαστές, διαφθορείς
και άλλους ευυπόληπτους πολίτες,
πραγματικά δεν το καταλαβαίνω.
Σας ζάλισα με την φιλοσοφία, αλλά...
αυτοί –οι εραστές της διαύγειας–
είναι ικανοί να πετούν ανέργους
στις διερχόμενες άμαξες, για ν’ αποδείξουν
πως μόνον ο άνθρωπος μπορεί να είναι εδωνά, Dasein –
σαν κραυγή Πρώσου μισθοφόρου δεν ακούγεται;
Κρίμα το άλογο! Ο αμαξάς; Ποιος νοιάζεται! Η κοινωνική
τάξη βρίσκεται στην φύση των πραγμάτων,
–κάτι σαν αίμα ή νερό ή λήμματα–
και δεν δανείζεται από το ανθρώπινο πνεύμα
παρά την μέριμνα να μπουν τα διάφορα υλικά
στην θέση τους, όπως έγραψα κάπου...
Ειρήσθω εν παρόδω,
θα είχατε περισσότερες πιθανότητες
να σταθείτε ειλικρινείς απέναντι στο ζώο σας
και τα ενοχλητικά όνειρά του,
αν με καταδικάζατε για την μανία μου να γράφω.
Θέλω να πω... Αφήστε το· δεν βγάζεις άκρη
με τις λέξεις. Του κεφαλιού τους κάνουν,
έτσι κι αλλιώς. Μόνο που δεν κινδυνεύουν να το χάσουν,
όσα κεφάλια κι αν χαθούν, προσπαθώντας
να διασχίσουν τον έρημο, στεγνό,
υπόκωφο, αρχαίο, τόπο των ονομάτων.
«Ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα», σας έλεγα.
«Όχι εμένα», λέγατε. «Εγώ δεν είμαι εχθρός
της επανάστασης. Είμαι...»
και η ακατοίκητη εκείνη αμηχανία
έπεφτε σαν λεπίδα στον λαιμό σας.
Εν πάση περιπτώσει· κάθε σιωπή
–αμήχανη ή πολυμήχανη– ματώνει·
με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Ιδίως
όταν οι καιροί απαιτούν κραυγές.
Ιδού, λοιπόν, πώς φτάσαμε ως εδώ.
Πάει καλά. Ελπίζω ο κέρβερος να έχει βρει
μια καλύτερη δουλειά –καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας
σε οποιοδήποτε ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο,
ή έμμισθος εθελοντής σε οποιαδήποτε
οργάνωση υπεράσπισης της διαφορετικότητας–
αλλιώς πάλι μπροστά σας θα με δείτε
και πάλι εδώ θα κριθεί η περιβόητη λεπίδα της Ιστορίας.
Κοίταξε γύρω σας: πώς θα μπορούσε κανείς να ξεχωρίσει
τον επαναστάτη από τον πρώτο τυχόντα διαφθορέα;
Έχουν κι οι δυο την συνήθεια να κοιτάζουν μπροστά:
φιλανθρωπία ή δίψα για κερδοφορία, το ίδιο κάνει.
Τώρα ή έπειτα, σήμερα ή αύριο οι ιδέες εξαπατούν:
η ρυπαρή προσπάθεια του Λόγου να κρύψει
τα ελατήριά του. Υπάρχει μόνο ένα είδος
ειλικρινούς φιλοσόφου μετά τον Διογένη: ο παλιάτσος -
έγραψα μάλιστα κι ένα μικρό θεατρικό γι’ αυτό.
Ποιο τ’ όφελος; Ο Μολιέρος είχε δίκιο τελικά:
οι άνθρωποι προτιμούν να είναι κακεντρεχείς παρά γελοίοι.
Κι έτσι, έξω από το θέατρο: το θέατρο!
Εμπρός, ας τελειώνουμε. Έχω δουλειά –
εκεί κάτω ή εδώ πάνω, το ίδιο κάνει.