Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009
σκουζέ και φίλωνος,,,
τους κρατικούς υπαλλήλους
υποσχόμενα γιορτή
πάνω απ΄το πτώμα του θανάτου...
...αγκάλιαζαν τα μάτια
σιχτιρίζοντας το χρόνο...
...λευτεριά...
Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009
Με μια γροθιά γεμάτη ατσάλι!
Σπασίματα, φωνές, σπρωξιές, μπουνιές
Κι όμως επικοινωνήσαμε τα πάντα με μια ματιά
Κουράγιο σύντροφε!
Την στιγμή που νομίζεις ότι δεν ελέγχεις την κατάσταση
Απλώνεται ένα χέρι σε ακουμπάει και σου λέει…
Είμαστε μαζί σύντροφε!
Χειροπέδες, στριμωξίδι, σειρήνες, Γ.Α.Δ.Α.
Γέλια, τραγούδια, αγκαλιές…
Δεμένοι πισθάγκωνα Γ.Α.Δ.Α-δικαστήρια
Τι γίνεται σύντροφε…;
Θα δούμε τους συντρόφους μας, αυτό γίνεται…
Νομίζουν ότι μας πάνε να απολογηθούμε, αλλά εμείς θα δούμε τους συντρόφους μας.
Ανοίγει η πόρτα του λεωφορείου
Δεμένοι πισθάγκωνα Γ.Α.Δ.Α-δικαστήρια
Εκατοντάδες βλέμματα σε κοιτούν κατάματα
Σου λένε είμαι κι εγώ εκεί μαζί σου, είμαστε όλοι μαζί
Κουράγιο σύντροφε!
Το πάθος για την λευτεριά είναι δυνατότερο από όλα τα κελιά.
Κλάψαμε με λυγμούς.
Όχι γιατί στεναχωρηθήκαμε, αλλά γιατί νιώσαμε την αγκαλιά σας
και το μίσος μας συναντήθηκε με τρόπο που εχθρός δεν
θα καταλάβει ποτέ!
Δεμένοι πισθάγκωνα Γ.Α.Δ.Α-μεταγωγών
Συναντηθήκαμε και με του υπόλοιπους επικίνδυνους(και δεν το λέω ειρωνικά)
Γέλια, τραγούδια, αγκαλιές…
Μεταγωγών-δικαστήρια…
Το λεωφορείο έτριζε από τις φωνές
Σας είχαν μακριά
Αλλά γροθιές γεμάτες ατσάλι έσκισαν τον ουρανό
Πάμε για επίθεση σύντροφοι, τίποτα δεν μας φοβίζει
Κλάψαμε με λυγμούς.
Όχι γιατί φοβηθήκαμε, αλλά να…συγκινηθήκαμε ρε γαμώτο
Ανακριτής-εισαγγελέας και πάλι ανακριτής
Προφυλάκιση καμία
Κατεβήκαμε και χαθήκαμε σε μια θάλασσα από αγκαλιές.
Όλα τώρα αρχίζουν.
Ευχαριστούμε για όλα σύντροφοι!
Οι φωνές σας καρφί στην καρδιά του εχθρού
Οι φωνές σας μας κρατούσαν στον ουρανό!
Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2009
θύελλα και ορμή
γεγονότα
και σένανε γυρεύει
στη δουλόκτητη κι αυτή χώρα.
Μην φέρεσαι, δεν αρκούν μονάχα νεύματα.
Διττά να ναι τα χέρια σου
ψηλαφιστή η αφή
διαδραστική, η κίνηση σου.
Απόψε.
Που οι καρδιές μας κι απόψε
τα πάντα εισπνέουν, εκπνέοντας
τη δουλόκτιτη κι αυτή ενδοχώρα.
ΑΛΡΩ
Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2009
+τεχνία- : 20-21-22 Νοέμβρη στην Καλών Τεχνών!
Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2009
Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2009
διαπίστωση λίγο πριν
κυλάνε τα δευτερόλεπτα
λίγο πριν συναντηθεί
το εγώ
με το εμείς...
στιγμές απέραντης μοναξιάς
στην αέναη ροή του χρόνου.
λίγο πριν
το μοναχικό χέρι γίνει
άγγιγμα
και οι λέξεις γίνουν στάχτες
στη φλόγα της ουσίας...
Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2009
Τον μήνα των παγωμένων σταφυλιών
Φορούσε κεραυνούς και ήθελε να αγκαλιάσει λύκους
αγνάντεψε το βλέμμα μου και μου χαμογέλασε
με μια πέτρα στα χέρια απομακρύνθηκε σαν αερικό
οι αντανακλάσεις μου τρόμαξαν, θόλωσαν, καταστράφηκαν
μπροστά στην μαγεία της απόλυτης σιωπής
κάτω από ένα ιδρωμένο φεγγάρι
Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2009
Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2009
Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2009
Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2009
...ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ...
ρήμαγμα μέσα σὲ ξένες ἀγκαλιές,
ἀπελπισμένο κρέμασμα ἀπὸ λαγόνια ξένα.
Πέσιμο ἐκεῖ ποὺ μοναχὰ ἡ μοναξιὰ ὁδηγεῖ:
νὰ ὑποτάξω ἀκόμη καὶ τὸ πνεῦμα μου,
νὰ τὸ προσφέρω σὰν τὴν ἔσχατη ὑποταγή.
Ν. Χριστιανόπουλος (1953)
Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2009
Ανάμνηση
Στις θαλάσσιες σπηλιές θα εξατμιστώ
Όταν το γλυκό αεράκι δροσίζει το γυμνό σου σώμα
Στα πέτρινα νεφελώματα έρχομαι κοντά σου
Όταν το φεγγάρι φωτίζει την ματιά σου
Γίνομαι αέρας και επιτίθεμαι στον ήλιο
Φεύγω σε μια σπείρα και ακουμπάω την φωτιά
Βρίζω την βροχή και την γκρίζα διαδρομή μου
Όταν η ανάμνηση κουρνιάζει στην καρδιά
Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2009
σύννεφο σε γύρεψε
Όμως έλειπες
Όπως πάντα ήσουνα στη γη
Ο έρωτας πικρή πηγή
Το διάφανο σκαρί
Της ματαιότητας να ρυμουλκεί
Πάντα έκρυβες το πρόσωπό σου απ’ τη βροχή
Στο άδειο βλέμμα που γυρνάς
Η θάλασσα
Κινδύνεψε μια μέρα να πνιγεί
Ο θάνατος ζητωκραυγή
Σαν ήλιος
Που δεν αφήνει ίσκιο να κρυφτεί
Πάντα έκρυβες το πρόσωπό σου απ’ τη βροχή
Το αμείλικτό σου παρελθόν
Ξεροσταλιάζει
Στην ακατάδεκτη σιγή
Ύφος που ραίνει διαταγή
Και σβήνει
Στην πιο μικρή αναλαμπή
Πάντα έκρυβες το πρόσωπό σου απ’ τη φωτιά
Παρασκευή 21 Αυγούστου 2009
00:00
Στο ένα χέρι πυρκαγιές, ξέχειλες θάλασσες στο άλλο
Απ τα ρουθούνια, λίβας ξεμυτίζει
Λέξεις στο στόμα, έναρθροι χείμαρροι, κατατρεγμών το αλφαβητάρι
Οι μενεξεδένιες του σώματος κλωστές, λάβα που κοχλάζει
Στις δυο χαράδρες,μάτια μάθανε πως λέγονται εδώ,
της ιστορίας ακατάπαυστες προβολές
Σπείρες αλγόριθμες απλώνουνε τα αυτιά
εξελίσσοντας, την λογισμική αποδόμηση.
Τρίτη 11 Αυγούστου 2009
Και όσα δεν κατάφερα να πω
Ανάμεσα σε νότες, σελίδες και αισθήματα
Για κάθε τώρα και τότε
Για κάθε μπορεί και ίσως
Στην πορφυρή την θάλασσα έβρεξα το πρόσωπό μου
Δάμασα τα κύματα και αγκάλιασα τα βουνά
Καμπύλωσα τον χώρο και σταμάτησα τον χρόνο
Σκέφτομαι εσένα
Και όσα ποτέ δεν είπες
Ανάμεσα στην λογική και το συναίσθημα
Για κάθε πρέπει και θέλω
Για κάθε όχι και ναι
Σε βρήκα στον γκρεμό που είχες κρυφτεί
Σμίλευσα το εύθραυστο σου σώμα
Ταξίδεψα στον μουντό ουρανό
Σκέφτομαι εσένα
Και όσα ποτέ δεν είδες
Ανάμεσα στην ομίχλη και την λιακάδα
Για κάθε τότε και μόνο
Για κάθε
Κυριακή 21 Ιουνίου 2009
μια τελεία κι άλλες δυο
καθώς προσπερνάμε βιαστικά τις καταφάσεις,
προσταγές της σιωπής
πνιγμένες στην ύλη της μελαγχολίας.
Δε χάθηκε η επαφή
μόνο παραμέρισε για χάρη της νοσταλγίας.
Κι εμείς
πότε πότε χαμογελάμε
στα τρυφερά αγγίγματα
κι άλλοτε λυπούμαστε κρυφά
για τις στιγμές που μας προσπέρασαν.
την καλησπέρα μου,
γ49
Κυριακή 14 Ιουνίου 2009
Καταπληκτική ταμπέλα στο λιμάνι της Καλύμνου
ιδού το έργο στο σύνολό του:
Και ερωτώ κύριοι: γιατί σιωπά ο Ε.Σ.;
Τετάρτη 13 Μαΐου 2009
Νοτισμένο αλμυρό ποίημα
στης προκυμαίας την άκρη.
Μες στα σκοτάδια γνέφει
στο νοτισμένο αλμυρό αυτό ποίημα
που ούτε καν το βλέπει.
Παρά ενστικτωδώς το ψηλαφίζει το χαϊδεύει
λέξη προς λέξη.
Δίνοντας νόημα στο απύθμενο χρώμα της νυχτιάς.
Ενός βυθού αντίστροφου.
Στο βάθος του ορίζοντα την απέναντι όχθη
πεφταστέρια, να σηματοδοτούνε
στα δυο του μάτια, τα αστρικά της κλάματα.
Το κύκνειό τους άσμα.
Παρασκευή 24 Απριλίου 2009
γλουτολίνη
Στη συγκέντρωση που έλεγα πριν (κι από την οποία πρέπει να έχουν περάσει 5 – 6 χρονάκια) το τυπάκι αυτό καθόταν ανάμεσα μας χαμογελαστό κι αμίλητο. Έδειχνε να απολαμβάνει τη μουσική που έπαιζε η μικροφωνική. Εγώ τον χάζευα επίσης χαμογελαστός κι ασάλευτος. Σκέφτηκα να του πιάσω την κουβέντα μπας και διδαχτώ τίποτα. Τον πλησίασα και το μόνο που βρήκα να ρωτήσω ήταν αν ήθελε μπισκότο (έτρωγα μπισκότα εκείνη την ώρα). Γύρισε και με κοίταξε με το πιο ώριμο, γαλήνιο και αξιοπρεπές βλέμμα που έχω συναντήσει. «όχι ευχαριστώ» «μη σε ζαλίζω ε;» «με περιμένουν, γεια» «γεια». Ντράπηκα. Καλά έκανα.
Μετά χρειάστηκε να πάω στο χρωματοπωλείο. Δε θυμάμαι γιατί. Μ’ αρέσουν οι μυρωδιές των χρωματοπωλείων. Δεν ξέρω γιατί. Δεν έχω καταφέρει να γράψω ένα τραγούδι για τον Πιτσιρίκο. Δεν ξέρω τι.
Λες μετά τόσα χρόνια να βρέθηκε στους δρόμους του Δεκέμβρη; Λες; Ε; Λες να πέρασε από την ΑΣΟΕΕ, το πολυτεχνείο, οπουδήποτε; Κι αν τον έβλεπα τι θα του έλεγα; Θα έπρεπε να του πω κάτι; Θα τον αναγνώριζα; Μην ξεχάσω αύριο να πάρω γλουτολίνη γιατί μας τελείωσε.
Τετάρτη 22 Απριλίου 2009
...
ύψος χαμόγελο και λευτεριά
επιτέλους σας βρίσκω
στην όχθη της καρδιάς μου
ένα βράδυ όπου η θάλασσα
εισχωρεί βαθιά στις χώρες των βουνών
ένα βράδυ όπου νιώθεται κανείς
πιο νέος από τη νιότη του
βράδυ όπου πόνεσε πολύ
μα όπου πια τίποτε
πια τίποτε
δεν είναι μάταιο
τίποτε για τη στάχτη...
δια την αντιγραφή ο "πολύ σας έλειψα"
δ.
Δευτέρα 13 Απριλίου 2009
ΤΟ ΤΕΡΑΣ
που καθυβρίζεται με σκαιότητα
στις ταινίες του Χόλλυγουντ,
το Τέρας, όπου μεροληπτεί
εναντίον το κοινόν,
το Τέρας, που "κερδίζει τας μάχας
και χάνει - πάντα - τον πόλεμον"
α!, το Τέρας
πώς θάθελα να το σώζω
επεμβαίνοντας την τελευταία στιγμή
με οποιονδήποτε όπλον -
το ξίφος, την σφενδόνη, το δηλητήριο -
ή θρυμματίζοντας μ' ένα ρόπαλο
το φακό του οπερατέρ!..
Φαίδρος Μπαρλάς
Πέμπτη 9 Απριλίου 2009
Νιώθω λίγο...
Η δουλειά ενός αγγέλου
Είναι να προσέχει τις σιδηροδρομικές διαβάσεις
Ενώ δεν υπάρχουν τραίνα
Και τα δένδρα μοιάζουν κάπως με δένδρα
Και η χλόη
Και η θάλασσα
Και οι σκύλοι
Νιώθω λίγο σαν εξωγήινη
Έχω ένα χαρτοφύλλακα
Μια συμπαγή επαγγελματική
Προσωπικότητα
Όμως και οι άνθρωποι
Ώρες ώρες
Μου θυμίζουν κάτι
Ίσως έχω ένα σαλεμένο μυαλό
Όμως η μνήμη μου
Δεν με απατά
Ίσως έχω ένα σαλεμένο μυαλό
Και η μνήμη μου μοιάζει
Σαν τις αναμμένες λαμπάδες
Την Ανάσταση
Που με πήγαινες
Μικρή
Πάντως και οι άγγελοι
Που φυλάγουν
Τις δήθεν σιδηροδρομικές
Διαβάσεις
Είχαν το πέος
Κάπου στο στήθος
Όμως το πρόσωπό τους
Ήταν φτιαγμένο
Από το χώμα
Ενός άλλου πλανήτη
Ώρες ώρες
Νιώθω λιγάκι
Εξωγήινη
Και οι άνθρωποι
Μου θυμίζουν
Κάτι
Και πίνω
Γιατί
Ώρες ώρες
Νιώθω λίγο εξωγήινη
Κι εκεί στα μπαρ
Κάπου στο σώμα
Σαν νάχαν φτερά
Κι από το στόμα τους
Σαν τσιγάρο
Κρέμεται
Το συκώτι τους
Όμως νομίζω
Ότι κάποτε
Γνώρισα
Έναν άγγελο
Έκανε τον πόνο
Άθελά του
Όμως το αποτέλεσμα
Του πόνου
Ήταν ένα έργο τέχνης
Κάπως σα νύχτα
Με φωτεινά μανιτάρια
Κι όταν πέθανε
Η γιαγιά μου
Νόμιζα ότι είχα
Δει
Ότι ξαναπέθαινε
Κι όταν έψαξα
Να τη βρω
Είδα ένα λύκο
Με ένα
Λευκό
Τριαντάφυλλο
Στο
Στόμα
Και τα δάση κάπως
Μου θυμίζουν τα δάση
Και τα άλογα έχουν
Κάπως μεγαλύτερα μάτια
Κι ότι ένα άλογο
Πέρασε μια καβαλάρισσα
Μια τέτοια σιδηροδρομική
Διάβαση
Ο άγγελος κατέβασε
Τη γιαγιά μου
Και σκότωσε
Το λύκο
Κι έμεινε το τριαντάφυλλο
Ανάμεσα στα φωτεινά μανιτάρια
Πίσω από μια κυλότα
Που αιωρείτο στο στερέωμα
Μια βιντεογραφική κάμερα
Έδειχνε σε κάποιον
Κατώτερο υπάλληλο
Του ουρανού
Δυο άντρες που περπατούσαν
Ανάμεσα σε ένα δάσος με λεύκες
Που έμοιαζε με δάσος με λεύκες
Ο ένας έμοιαζε με το μπαμπά μου
Ο άλλος ήταν καποιος που είχα δει
Να κοιμάται
Με το κεφαλι ακουμπισμένο
Πάνω στον μπάγκο
Του μπαρ
Γιατί νιώθω λίγο εξωγήινη
Και πού και πού πίνω
Μόνο που όταν τα θυμάμαι αυτά
Ο κόλπος μου μετατοπίζεται
Έξω από το κορμί μου
Προς ένα σημείο
Εφαπτόμενο του κεφαλιού
Πάνω στον μπάγκο του μπαρ
Μπαρ που έμοιαζε κάπως με μπαρ
Περίπου σαν κι αυτά
Που πίνουν οι ηλιαχτίδες
Του ήλιου
Ενός ήλιου
Που μοιάζει κάπως
Με τον ήλιο.
Κι ακούω
Ένα γέλιο
Που μοιάζει
Με το γέλιο
Των σκύλων
Στον ουρανό
Κι ακούω
Ένα κλάμα
Που μοιάζει
Με το κλάμα
Των σκύλων
Στον ουρανό
Και πίνω πού και πού
Γιατί νιώθω λίγο εξωγήινη
Στα μπαρ
Ανάμεσα
Στο κάπου
Και στο πουθενά
Σκύλων λιγάκι διαφορετικών
Αλλά όσο πιο δυνατα
Παίζει η μουσική
Τόσο πιο πολύ
Ακούω
Το γέλιο των σκύλων
Και το κλάμα των σκύλων
Στον ουρανό
Κι ακούω ιστορίες
Ότι είχα διαβάσει
Για το κοιμισμένο
Κεφάλι
Στον μπάγκο
Του μπαρ
Σ’ ένα μυθιστόρημα
Στο ίδιο μυθιστόρημα
Η μαμά μου λέει
Πως το δάσος
Με τις λεύκες
Υπάρχει
Μόνο που δε φαίνεται
Γιατί το κρύβουν
Πυκνά σύννεφα
Σύννεφα κάπως σαν σύννεφα
Ακούω κι άλλες ιστορίες
Τις ακούω
Τόσο ζωντανά
Όσο το γέλιο
Και το κλάμα
Των σκύλων
Αλλά μόνο τις ακούω
Δεν τις σκέπτομαι
Δεν μπορώ να σκεφτώ
Γιατι κουβαλώ
Αυτό το μεγάλο
Χαρτοφύλλακα
Που μοιάζει με χαρτοφύλακα
Που είναι γεμάτος
Φάρμακα για τρελούς
Και ποιήματα
Φάρμακα περίπου σαν φάρμακα
Και ποιήματα περίπου σαν ποιήματα
Δεν ξέρω
Ποιος έγραψε
Αυτά τα ποιήματα
Ίσως ο άντρας που κοιμάται
Στο μπαρ
Η μαμά μου
Μου λέει
Πως τα έγραψαν
Οι λεύκες
Το τρομερότερο
Όλων
Είναι
Πως
Φαντάζομαι
Ότι
Το μπαρ
Και ό,τι υπάρχει
Μέσα
Και γύρω
Από το μπαρ
Καταστρέφονται
Από ένα τραίνο
Κάπως σαν τραίνο
Αφού δεν υπάρχουν
Τραάνα
Και το μόνο
Που μένει
Είναι
Εκείνο
Το άσπρο
Τριαντάφυλλο
Που είχα ακούσει
Κάπως
Κάποτε
Αλλά τώρα δεν θυμάμαι
Κάπως δε θυμάμαι
Δεν θέλω να θυμάμαι
Φτερά φτερά φτερά
Θέλω ν’ αγκαλιαστώ
Και να πετάξω
Με φτερά
Φτερά πεθαμένων αγγέλων
Ανυπέρβλητων
Όμως μαμά
Έχω διακοπές
Ώρες ώρες νιώθω
Εξωγήινη
Και ξεχνάω
Κάπως σαν να ξεχνάω
Α, θυμήθηκα
Πάω διακοπές
Πάω για μπανια
Πάω ν’ αγοράσω
Ένα μπικίνι
Ένα αληθινό μπικίνι
Ένα μπικίνι που να μη μοιάζει
Με κάπως σαν μπικίνι.
Δευτέρα 6 Απριλίου 2009
Πέμπτη 2 Απριλίου 2009
ΠΡΑΞΗ ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΟΝΟΧΙΤΩΝΟΣ
Νίκος Καρούζος, "ερυθρογράφος"
Δευτέρα 9 Μαρτίου 2009
Περάστε!
Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2009
Η δική μου Κούνεβα
Η γονείς μου οι γνωστοί επαρχιώτες που έφτασαν στην πόλη αυτή για την επίτευξη του μικροαστικού τους ονείρου που η φυγή τους από την επαρχία τους είχε υποσχεθεί. Όταν άρχισα το σχολείο με φώναξε η μαμά μου να με ενημερώσει για το δικό της επάγγελμα. Μου είπε ότι όποιος με ρωτάει τι δουλειά κάνει εγώ θα πρέπει να απαντώ πως δουλεύει σε μια βιοτεχνία με πουκάμισα. Πράγματι ανακύκλωνα αυτά της τα λόγια για πολλά χρόνια.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός καθαρίστρια. Σε σπίτια, σε μαγαζιά, ανασφάλιστη, με αφεντικά με αυξημένη ανάγκη για δούλους. Με συνεχείς διαπραγματεύσεις των λιγοστών χρημάτων που της έδιναν, με συνεχείς παρακλήσεις για καταβολή δώρων και επιδομάτων αδείας που σπανίως λάμβανε.
Και όλα αυτά αντί για φωνή την γέμισαν ντροπή. Το στόμα της θωρακίστηκε σε τέτοιο βαθμό που δεν την θυμάμαι ποτέ να παραπονιέται ούτε σε εμάς. Τους δικούς τους ανθρώπους. Πριν καν μεγαλώσω αποφάσισα να σπάσω εγώ αυτή τη σιωπή για λογαριασμό όλων μας. Εγώ δεν ντρεπόμουν. Εγώ δεν φοβόμουν να πω ότι η μητέρα μου είναι καθαρίστρια. Πριν καν μεγαλώσω της μίλησα. Και πριν καν μεγαλώσω μου μίλησε και εκείνη για την ντροπή της, για το φόβο της, για την συμπεριφορά της «καλής κοινωνίας» απέναντι στο προσωπικό της που το έχει ανάγκη κυρίως για αισθητικούς λόγους.
Η σιωπή έσπασε σε όλη την οικογένεια σιγά σιγά.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός ανασφάλιστη καθαρίστρια.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός ανασφάλιστη καθαρίστρια που δεν θα πάρει ποτέ σύνταξη.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός ανασφάλιστη καθαρίστρια που όσες φορές ζήτησε κάτι που δικαιούται απολύθηκε.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός ανασφάλιστη καθαρίστρια που όσες φορές άρθρωσε λόγο για τα δικαιώματα της την εξύβρισαν.
Πραγματικό επάγγελμα μητρός «Κωνσταντίνα Κούνεβα».
«Το βιτριόλι έπεσε και στα μάτια της μάνας μου. Το βλέμμα της είναι πιο καθαρό. Το βιτριόλι έπεσε και στις φωνητικές χορδές της μάνας μου. Η φωνή της είναι πιο θαρραλέα. Το βιτριόλι έπεσε και στη ψυχή της μάνας μου. Και η ντροπή της σχεδόν εξαφανίστηκε.»
Έδωσε λεφτά για τη θεραπεία της Κωνσταντίνας, ήθελε να κατέβει στο δρόμο (και ας μην τα κατάφερε) και τόλμησε να ομολογήσει στο μεγαλοαστικό σόι του πατέρα μου το επάγγελμα της.
Μου είπε: «Στεναχωριέμαι για την Κωνσταντίνα. Τα βράδια τη σκέφτομαι.»
Της είπα: «Σ’αγαπώ πιο πολύ σήμερα»
Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2009
...
ο δείκτης
ο μέσος
ο παράμεσος
κι όλοι οι λόγοι του κόσμου
σε αγαστή συνεργασία
με την πέτρα
με τη φωτιά
με την κραυγή
σε χορό
κάποιον Δεκέμβρη
με μια σφαίρα στην καρδιά
και με οξύ στα μάτια.
Το νου μας...
Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2009
Αφωνία
πόσο όμορφο
υπέροχο
σαγηνευτικό
πόσο σπουδαίο
αυτό το κενό στο μπλογκ μας
από τις 5/12 έως τις 4/1
και τέλος πάντων
πόσο εύγλωττο