Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012


“Δεν γίνεται άλλο ρε Μ.”, του είπε η Χ. σε ένα από τα πηγαδάκια της συγκέντρωσης,
“τα βράδια κλοτσάω στον ύπνο μου”.
Εκείνος της είπε ότι δεν πειράζει,
καλό είναι να ρίχνει και καμιά «παντόφλα» στον καλό της έστω κι έτσι,
δεν πρέπει να παίρνουν και πολύ αέρα τα αγοράκια.
Το ήξερε πως το χιούμορ του ήταν κάτω του μετρίου,
εκτός από κάποιες εκκωφαντικές εκλάμψεις.
Ωστόσω είχαν μεταξύ τους τον κώδικα.

Ίσως ήθελε να λειάνει την ανησυχία της φίλης του…
Ίσως, ενώ κατανοούσε –ή καλύτερα γνώριζε βαθιά-δεν έβρισκε την απάντηση εκείνη
που θα ορθολογικοποιούσε το ερώτημα, δίνοντάς της το συντροφικό άγγιγμα που εκείνος ήθελε… 

Όταν γύρισε στο σπίτι του
και πριν καθίσει μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή,
έριξε μια κλεφτή ματιά –παρόλο που ζούσε μόνος- 
στον τοίχο που εφάπτονταν του κρεβατιού του.

Είδε έναν μικρό γκρίζο κύκλο. 
Ο σοβάς είχε αρχίσει να φθείρεται…